28/2/10

ΝΥΧΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΩΝ

Είμαι άυπνο. Οι μαύροι κύκλοι της αγρύπνιας έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το λευκό τού πτερώματος μου αλλά δε βαρυγκομώ. Είχε πάρτυ γενεθλίων ο Χόλιους μας. Το σπίτι γέμισε χαρούμενες τσιρίδες. Ποδοβολητά αντηχούσαν στις σκάλες μας. Τοίχοι βάφτηκαν με υπολείμματα τούρτας. Δεν πειράζει, χαλάλι του.  Για ένα μόνο τσαντίστηκα. Που προτίμησε ένα σωρό σκυλοτράγουδα από τις δικές μου ωδικές συνθέσεις. Εγώ, που γι αυτόν θα συνέθετα αριστουργήματα! Θα τραγουδούσα μέχρι το πρωί!  Έχουν αλλάξει όμως οι καιροί δυστυχώς! Και πρέπει να προσαρμοστώ!
Ο κεραυνός του πάρτυ έπεσε εν αιθρία ένα απόγευμα που η κυρία μου ήταν χωμένη στα βιβλία της για να ετοιμάσει μια ομιλία. Μια ομιλία την οποία δε βρήκε το κουράγιο να την αρνηθεί σε ένδειξη σεβασμού για αυτόν που της τη φόρτωσε.  Μέσα στην καταδίκη αυτή προέκυψε ο Χόλιους να τη ρωτάει αν μπορούσε να κάνει πάρτυ για τα γενέθλια του. Εγώ νόμιζα ότι είχαμε ξεμπερδέψει με τα γενέθλια με μια σεμνή, οικογενειακή τελετή την 1η Φεβρουαρίου, μια - όπως άκουσα - γευστικότατη τούρτα και πολλά τραγούδια από εμένα. Ο Χόλιους όμως είχε άλλα σχέδια. Μόλις πήρε τη μητρική έγκριση άρχισε να τα πραγματοποιεί.
Το πάρτυ προγραμματίστηκε για χτες βράδυ στο Πάνω Σπίτι. Λέγοντας Πάνω Σπίτι εννοούμε ένα μικρό σπίτι - προσθήκη πάνω από αυτό που μένουμε, το οποίο έγινε πριν χρόνια και πρακτικά προσφέρεται για πάρτυ καθότι άδειο. Την Παρασκευή το πρωί, έλαβε μια κλήση η κυρία μου στο κινητό της, την ώρα της δουλειάς, από έναν μυξοκλαιγόμενο Χόλιους ο οποίος μαδιόταν ότι ο πατέρας του του απαγόρευσε το πάρτυ. Γιατί? ρωτήσαμε ευλόγως. Μπου χου χουουου, η απάντηση, με λυγμούς και αναφυλλητά. Είναι, λέει, πολλά τα άτομα, μπου χουχου. Πόσα? ρωτήσαμε. 50, η απάντηση ανάμεσα σε τηλεφωνικές μύξες και οδυρμούς.
Ε, όχι και 50! Παρασκευάτικα, με πολλή δουλειά στη δουλειά, ένα σωρό μισολυμένα προβλήματα να μας κυνηγάνε και να έχουμε και το Χόλιους με τον μπαμπά του! Έλεος! Πόσα να αντέξουμε με την κυρία μου πια! Να μη σας τα πολυλογώ. Ενώθηκαν όλες οι άκρες, γεφυρώθηκαν όλα τα χάσματα, απέδωσαν οι διαπραγματεύσεις και το πάρτυ συνέχισε την προετοιμασία του. Μέσα σε όλον αυτό τον κυκεώνα, προέκυψε και ένα πρόβλημα στη δουλειά της κυρίας μου και τελικά καταλήξαμε από το πρωί στις 7 να φύγουμε στις 11 το βράδυ, κινδυνεύοντας να αφήσουμε ένα γοβάκι και ένα πούπουλο στα σκαλιά του μετρό!!!
Το πρωί του Σαββάτου, ξύπνησα την κυρία μου με μια σειρά από χωρίς ανάσα κελαηδητά. Για μια στιγμή φοβήθηκα ότι θα μου έρθει καμιά παντόφλα στο κλουβί, αλλά όχι. Μπήκα φευγαλέα στο μισοξύπνιο μυαλό της για να δω τι γίνεται και ανέγνωσα με περηφάνεια : " Πολύ πρωί άρχισε αυτός αλλά υπάρχει ομορφότερο πράγμα, να ζεις σε μια τσιμεντούπολη και να σε ξυπνάει ένα τόσο όμορφο κελαηδητό?" 
Ο κύριος μου είχε βγάλει την ουρά του εγκαίρως και είχε φύγει για τη δουλειά, είχε υποχρεωτική υπερωρία όλη μέρα και όλη νύχτα. Το κανονικό μου αφεντικό κατέφθασε από την Πάτρα, γεμάτο πομφούς περηφάνειας για το Πολυτεχνείο και γρήγορα διαχώρησε τη θέση του ότι δε θα βοηθούσε στο πάρτυ επειδή θα έβγαινε με τη Λουλού και θα κοιμόταν και στο σπίτι της. Ζωστήκαμε λοιπόν με την κυρία μου τις λίστες και τα προγράμματα και ξεκινήσαμε.
Ώρα 7. Όλα ήταν έτοιμα. Ψημένα τα τυροπιττοειδή, παγωμένα τα αναψυκτικά, βουνά τα πατατάκια, στολισμένη η βεράντα με φωτάκια, χαρτάκι στο κενό κουδούνι με την ένδειξη πάρτυ. Στολισμένοι οι φίλοι του Χόλιους κατέφθασαν νωρίτερα για να εγκρίνουν το χώρο, τα ηχητικά και τα προσφερόμενα εδέσματα. Αυτά τα μέχρι πρότινος μωρά ήρθαν λάμποντας να μας χαιρετίσουν, ντυμένα ας πούμε ανδρικά και βρωμοκοπώντας ανδρικές κολώνιες. Τα περισσότερα είχαν ταλαιπωρήσει και κάποια ξυράφια στις μούρες τους. Τα μαλλιά τους έξυναν τα περβάζια από το πολύ ζελέ. Έλαμπαν από υγεία και ευτυχία! 
Ώρα 8. Κουδούνια χτυπούσαν συνεχώς, το ασανσέρ καθρέφτισε ένα σωρό ξαναμμένα προσωπάκια, κραγιόν διορθώθηκαν, καλτσόν τακτοποιήθηκαν, αμέτρητα ποδοβολητά αντήχησαν στις σκάλες, πόρτες ανοιγόκλεισαν με φόρα, φωνές καλωσορίσματος ακούγονταν. Σε λίγο έτρεμε το σύμπαν. Το πάτωμα ωθείτο. Η κυρία μου αναρωτιόταν αν είχαν διδαχθεί τα παιδιά στη Φυσική το φαινόμενο του συντονισμού.  Ο Χόλιους ήταν στα μέσα και στα έξω με μαύρο πουκάμισο και παντελόνι που τον έκαναν ακόμη πιο ψηλό και κοκκαλιάρη. Οι μουσικές επιλογές σχεδόν φρικαλέες. Από ξένο και άγνωστο σε μας ρεπερτόριο μέχρι σκυλοτράγουδα εθνικής οδού με ολίγον Μητροπάνο. Εμείς, εννοείτε, ακούγαμε μόνο, κλεισμένοι στο κάτω σπίτι με τις πυζάμες μας. Αυτή εξάλλου ήταν η συμφωνία. Στο πάνω σπίτι να γίνεται χαμός και στο κάτω σπίτι μια μοναχική κυρία με το καναρίνι της να περνούν ένα ειρηνικό βράδυ! Παρακάτω, η γιαγιά - Σοφία να λάμπει από χαρά για το σπίτι που γιορτάζει και αντηχεί όλες αυτές τις χαρούμενες φωνές... Όπως το βλέπει κανείς... Πχ. δε ρωτήσαμε τους γείτονες, δεν ξέρουμε αυτοί πώς το είδαν το πράμα....
Ο Χόλιους πηγαινοερχόταν πότε για να αφήσει δώρα στο δωμάτιο του, πότε για να πάρει τα χρειώδη και να ενημερώσει ότι όλα έβαιναν καλώς και χωρίς καταστροφές. Το μητρικό ρινικό ραντάρ εντόπισε καπνό τσιγάρου στα ρούχα του αλλά δεν είπε τίποτε. Το κατέλαβε όμως μια μεγάλη θλίψη που αγωνίστηκε όλο το βράδυ να απωθήσει. Στις 12.30 ο εορτάζων ανέβασε την τούρτα. Δεν είμαι ευσυγκίνητο, ούτε χαζοκαναρίνι αλλά σκούπισα κρυφά ένα δάκρυ που κύλισε στα πούπουλα μου. Ολόκληρη η περιοχή αντήχησε από το "Να ζήσεις Γιωργάκη και χρόνια πολλά....". Πιο δυνατά δε γινόταν. Κοριτσίστικες λεπτές φωνές και αρχόμενες χοντρές, ανδρικές φωνές. Με όλη τους τη δύναμη, με μια ασυγκράτητη χαρά. Τη χαρά των νιάτων, την ορμή της εφηβείας. 
Ώρα 01. Πριν προλάβει να ειδοποιηθεί η αστυνομία για τη φασαρία ο Χόλιους κήρυξε τη λήξη του πάρτυ. Ολοκληρώθηκε η αποδρομή των καλεσμένων διανθισμένη από χιλιάδες φιλιά και ευχές. Εγώ έβγαλα τις ωτασπίδες και ανέβηκα στην κούνια μου για να κοιμηθώ επιτέλους. Δεν έκατσα να ασχοληθώ με τις ψυχοπάθειες της κυρίας μου που ανέτειλαν καθώς τελείωνε το πάρτυ. Δηλαδή πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός, πόσο γρήγορα πέρασαν 16 χρόνια, πότε μεγάλωσε ο Χόλιους και έγινε ολόκληρος άντρας και άλλα πολύ χειρότερα. Εισήγαγα αυτόματα στον εγκέφαλο της το νέο προηγμένο μικροτσίπ μου και άρχισε να σκέφτεται πόσο όμορφη είναι η ζωή, πόσο καλό παιδάκι έκανε, κοινωνικό και χαριτωμένο, πόσο ωραίο είναι που είμαστε όλοι γεροί και έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε πάρτυ γενεθλίων, πόσο ευχάριστο ήταν που αντήχησε το σπίτι χαρούμενες φωνές, γερών και ευτυχισμένων παιδιών, πόσο τυχεροί είμαστε που μπορούμε να χαιρόμαστε, πόσο τυχεροί είμαστε που βρίσκουμε χαρές μέσα στη μαυρίλα, πόσο εύκολα και γρήγορα μπορεί να γίνει κάποιος ευτυχισμένος...
Η κυρία μου έμεινε να ακούει τον Χόλιους με τους φίλους του να σφουγγαρίζουν, να συγυρίζουν και να εξαφανίζουν ίχνη...