19/5/09

ΣΤΟ ΜΑΜΠΟ

Το καταλάβαινα από μέρες ότι δε θα τη γλύτωνα. Από δω το είχε από κει το είχε, γυρίζοντας από τη δουλειά αποφάσισε να πάει στo Μάμπο να αγοράσει ένα Βιβλίο Σπιτιού. Μάταια όλη τη βδομάδα της έκανα υπνοθεραπεία με υποβλητική φωνή «μην πας στo Μάμποοοοο, σκέψου τα έξοδα της Έπαυληηηηηςςςςςς». Άδικος κόπος. Δευτέρα χτες, κουρασμένη από τη δουλειά και τις τρύπες που έτρεχε όλη μέρα να βουλώσει, με το άγχος των εξετάσεων του κανονικού μου αφεντικού, έφυγε αργά και κατέληξε στο κατάστημα – μαμούθ του Άλλου Μπύθουλα. Πήγαινε για δύο πράγματα 1. Ένα κοκαλάκι για τα μαλλιά της και 2. Το Βιβλίο Σπιτιού. Το προηγούμενο Βιβλίο Σπιτιού διαλύθηκε εις τα εξ ων συνετέθη κατά την καταγραφή του προηγούμενου μήνα. Έπρεπε λοιπόν να αντικατασταθεί πάραυτα με ένα νέο. Το Βιβλίο Σπιτιού είναι ένα τυπικό βιβλίο σπιτιού, όπως αυτό που, φαντάζομαι, έχουν όλα τα σπίτια. Για τον κάθε μήνα διατίθενται δύο σελίδες. Στη μία σελίδα γράφουμε τα έσοδα του σπιτιού, που ούτως ή άλλως καταλαμβάνουν δύο γραμμές : μισθός Τσιριμπόμ και μισθός κυρίου μου. Όλες οι υπόλοιπες γραμμές καταλαμβάνονται από τα έξοδα, μέχρι να τελειώσει η σελίδα και να στριμωχτούν και υποσημειώσεις. Υπάρχει επίσης ένας ειδικός χώρος εξόδων, τα επονομαζόμενα «Κερατιάτικα». Τι να πω γι΄ αυτά? Μεγάλη πληγή! Στη δεύτερη σελίδα του βιβλίου σημειώνονται μερικές λεπτομέρειες, σχέδια και αγορές που σύντομα πρόκειται να ξεχαστούν και για το λόγο αυτό μεταφέρονται μέσω του βιβλίου στην αιωνιότητα. Πχ. ανακαινίσεις, αγορές ηλεκτρικών ειδών, νέα κατσαρολικά και μπανιέρα για μένα κλπ.
Η απόφαση να αγοράσει το βιβλίο από τo Μάμπο ισοδυναμούσε πρακτικά με αυτοκτονία. Μάταια της έλεγα ότι το βιβλίο μπορούσε κάλλιστα να αγοραστεί από ένα ωραίο βιβλιοπωλείο. Όχι! Πάτησε τα πόδια κάτω. Θα πήγαινε στo Μάμπο για να διαλέξει το ομορφότερο βιβλίο από μια ατελείωτη ποικιλία. Αρχικά μπήκε δίνοντας νοερούς όρκους ότι δε θα παρασυρόταν. Ως άλλος Οδυσσέας, έκλεισε τα αυτιά της στις Σειρήνες και βάδιζε ακάθεκτη προς την Πτέρυγα με τα Κοκαλάκια. Οι αδιάφορες αρχικά ματιές της μεταμορφώθηκαν σύντομα σε αδηφάγα βλέμματα. Άντεχε όμως. Έλεγε από μέσα της «Έπαυλη, έπαυλη και κήπος, έπαυλη και έπιπλα, έπαυλη και περίφραξη, έπαυλη… έπαυλη…». Έναν όροφο διήρκεσε αυτό. Μόλις στρίψαμε στη γωνία του επόμενου ορόφου έγινε το Βατερλό. Το ένα κοκαλάκι έγινε επτά. Ακολούθως προστέθηκαν στο καλάθι διάφορα ζωάκια – πορτοφολάκια αφού απασχολήθηκε επιμελώς με τη διαλογή τους. Μισή ώρα φάγαμε έτσι προσπαθώντας να διαλέξουμε μεταξύ βατράχου, προβάτου και ρακούν (δε ντρέπεται λίγο κοτζάμ γυναίκα! να βγάζει, επιστήμων άνθρωπος, από τη τσάντα της ένα ρακούν με φερμουάρ, να το ανοίγει και να βγάζει τα κλειδιά της από μέσα!). Αγοράσαμε ωστόσο δύο τέτοια πορτοφολάκια.
Παρακάτω ήταν τα κεριά. Αγοράσαμε 50 περίπου μικρά κεράκια με διάφορες μυρουδιές για τα καλοκαιρινά βράδια στο μπαλκόνι. Τουλάχιστον να έβγαινε και λιγάκι στο μπαλκόνι, χαλάλι τα κεράκια. Είναι το μόνιμο παράπονο του κυρίου μου. Δε βγαίνει ούτε στο μπαλκόνι πλέον, το θεωρεί χάσιμο χρόνου να κάθεται και να ατενίζει τους απέναντι και τους διαγώνια, τους κάτω και τους παραδίπλα. Μισάνθρωπος σας λέω έχει καταντήσει…
Προβληματίστηκε με κάτι νάνους, καλοφτιαγμένους είναι η αλήθεια, που ήταν κάτι σαν φωτιστικά κήπου. Τράβηξα τα γκέμια αμέσως! Η σκέψη μου ούρλιαξε στο αυτί της : «σήκω και φύγε αμέσως από αυτόν τον κιτς νάνο», την πρόσταξα και, περιέργως, υπάκουσε, αν και νομίζω περισσότερο από τις φωνές μου συνέβαλε η τιμή των νάνων.
Προχωρούσε ακάθεκτη στους διαδρόμους, προχωρούσε και ήταν ατελείωτοι αυτοί οι διάδρομοι. Στο καλάθι μας έπεφταν καρφιτσούλες (τρεις συνολικά), διακοσμητικά κινητού (δύο ίδια, για καβάτζα, μη τυχόν χάσει το ένα και πάψει να το εισάγει το κατάστημα και δεν το ξαναβρεί!), πανάκια καθαριότητας (άσχετο!), σταχτοδοχεία πορτοκαλί με ελατήριο που είχε στο άκρο του ένα ψάρι που κουνιόταν (αν και είμαστε σπίτι αντικαπνιστών πήρε δύο σταχτοδοχεία!), αυτοκόλλητα νυχιών δώρο για το κοριτσάκι που έχει εκείνον τον σκατοπαπαγάλο στα Κουκουβάτα. Ε! στο τέλος φτάσαμε και στα Βιβλία – τετράδια. Άλλη επιλογή εκεί. Πιάσαμε και αφήσαμε τουλάχιστον δέκα υποψήφια. Ελέγξαμε βάρος, χρώμα εξώφυλλου, ποιότητα χαρτιού, τιμή, για να καταλήξουμε επιτέλους σε δύο! Τράβαγα τα φτερά μου όταν φτάσαμε στο ταμείο. Είχε ένα καλάθι γεμάτο σκατολοΐδια και ένα χαμόγελο απέραντης ικανοποίησης. Μωραίνει ο Κύριος ων βούλεται κλπ, κλπ.
Γύρισε με τα πόδια στο σπίτι (ξέρετε, για άσκηση) και βρήκε τον κύριο μου με τον Χόλιους τυλιγμένους στα ηλεκτρόνια της Φυσικής, το κανονικό μου αφεντικό αγκαλιά με το αγαπημένο του μαξιλάρι να ρεμβάζει και το πεθερικό εγκατεστημένο στην αγαπημένη του θέση στον καναπέ. Ξέχασα να σας πω ότι το πεθερικό έχει καταπλεύσει σπίτι μας για δύο βδομάδες διότι η νταντά του απέδρασε στην πατρίδα της για να γεμίσει τις μπαταρίες της προκειμένου να το αντέξει. Το πεθερικό έκανε το δύσκολο για να έρθει ενώ την ίδια στιγμή έβαζε δύο μικρές σαμπάνιες στην κατάψυξη να παγώσουν και κρεμούσε σημαίες πανηγυρισμών στα κάγκελα! Ας μη γίνομαι κακό όμως. Ας μην πέφτω στο βούρκο της κακεντρέχειας. Ας πάω κι εγώ να ρεμβάσω όπως το αφεντικό μου. Είναι και αυτό μια λύση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: