3/2/09

Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ

Ακόμα να μου περάσουν τα νεύρα! Τι ήθελα και πήγα μαζί τους αν ήταν να πάρω τέτοια πίκρα? Οι κύριοι μου, ή μάλλον η κυρία μου αποφάσισε ότι έπρεπε να πάνε στα Κουκουβάτα, να δουν την πρόοδο των εργασιών στον κήπο της νεοαποκτηθείσης επαύλεως των. Η ερειπωμένη έπαυλις παραμένει ως έχει λόγω έλλειψης ρευστού. Αλλά ο κήπος ανετέθει προς καθαρισμόν και περιποίησιν εις αλλοδαπόν τινά. Η κυρία μου είχε κανονίσει να πάνε ομαδικώς εκεί το τριήμερο των Τριών Ιεραρχών που δε θα είχαν και τα μικρά αφεντικά σχολεία και πανεπιστήμια. Το κανονικό μου αφεντικό έκανε ως συνήθως το παπί, διότι ανέμενε τις αποφάσεις των στρατηγών. Το μικρό αφεντικό όμως αδημονούσε, ξύνοντας συνεχώς τα πλήκτρα των κινητών του (δύο έχει ο άθλιος!) και δίνοντας ραντεβού με τους πάντες. Έλα όμως που αρρώστησε! Άλλα υπολόγιζε και άλλα τον βρήκαν. Οι διάφοροι ιοί που καραδοκούσαν αποφάσισαν να μετοικήσουν στο λαιμό του. Έπεσε τάβλα θρηνώντας το χαμένο ταξίδι και τις χαμένες συναντήσεις! Η κυρία μου, όμως είχε αποφασίσει να πάνε γιατί όπως είπε "δουλειές από το τηλέφωνο δε γίνονται". Ο κύριος μου δεν πολυήθελε, επειδή και ο καιρός ήταν χάλια αλλά και ο κανακάρης του ασθενούσε. Το κανονικό μου αφεντικό από την άλλη, γύρισε από το κολυμβητήριο κουτσαίνοντας έχοντας χτυπήσει το γόνατο του και σκυλοβρίζοντας δήλωσε ότι δεν είπε ποτέ ότι θα έρθει. (Μήπως να γίνει πολιτικός?). Βέβαια ήταν και τα στρατηγεία που δεν ξέρουμε τι σκέφτονταν και σχεδίαζαν αλλά όπως εκ των υστέρων αποδείχτηκε δεν βγήκε κανένας και για πουθενά.
Η πρόγνωση του καιρού ήταν χάλια. Βροχές επί βροχών, ο τόπος εκεί κάτω έλεγαν οι πληροφορίες είχε μουλιάσει στο νερό και ο ήλιος ήταν απών για μέρες. Το ταξίδι ορίστηκε αυθημερόν για το Σάββατο. Εγώ το σκεφτόμουν. Να πάω ή να μην πάω? Στο σπίτι αν καθόμουν θα ήμουν τίγκα στον ιό και στη γκρίνια. Αποφάσισα να πάω μαζί τους. Μεταμορφώθηκα σε σιωπηλή καρφίτσα στο πέτο της κυρίας μου όπως πάντα. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες για το ταξίδι, για τον κήπο, την έπαυλη, τον μηχανικό κύριο Βαρθακίλα, τη συμβολαιογράφο κλπ. κλπ. Θα αναφερθώ μόνο στην επίσκεψη τους στο σπίτι του Λιά και της Διαμάντως. Ο νεανικός έρωτας του Λιά για τη Διαμάντω κατέληξε στην κλοπή της Διαμάντως, σε έναν άρον άρον γάμο και σε τέσσερα παιδιά. Αυτή ακόμα μοιάζει παιδούλα, αδελφάκι των παιδιών της. Αντιθέτως ο Λιάς, είναι πάντα ευδιάθετος, πάντα την αγαπάει αλλά μεταμορφώθηκε σε ένα ον 117 κιλών, με τεράστια κοιλιά, χωρίς δόντια, με δύσπνοια και με παράλληλη αγάπη για τα οινοπνευματώδη και το καλό φαγητό. Αγαπάνε και οι δύο, (εκτός από τα παιδιά τους και το στερνοπούλι και μόνο κορίτσι την Ηλέκτρα), τα πουλιά. Έχουν ένα σωρό καναρίνια και παπαγάλους. Τα προσέχουν σαν τα μάτια τους και τρομάζουν όταν τα θαυμάζουν οι άγνωστοι μήπως και τα ματιάξουν και τους ψοφήσουν. Συγκινήθηκα που είδα τόσους συγγενείς μου! Τη συνομιλία μας όμως τη διέκοπταν συνεχώς κάτι απίστευτες αγριοφωνάρες που έρχονταν από τη γωνία της κουζίνας. Η κυρία μου αναρωτήθηκε αμέσως ποιο ήταν το ον που τσίριζε έτσι. Η Ηλέκτρα ξεσκέπασε ένα στρογγυλό κλουβί στο πάτωμα, σκεπασμένο με ένα σεντόνι και ιδού! Αποκαλύφθηκε η πηγή του φθόνου μου! Ένας παπαγάλος. Ήταν μεσαίου κυβισμού, πράσινος στο χρώμα της ελιάς με ελαφρά πιο ανοιχτή την ουρά του. Το κορίτσι άνοιξε το κλουβί, του έτεινε το δάχτυλο και αυτός βγήκε και έκατσε πάνω. Είχα μείνει άναυδο! Κοίταξα έντρομο την πόρτα μήπως ήταν ανοιχτή και έφευγε και χανόταν για πάντα προσπαθώντας να ξαναβρεί την αυλή και το σπίτι μέσα σε χιλιάδες στέγες και αυλές! Αυτός ο φόβος στοιχειώνει την καναρινένια τακτοποιημένη ζωή μου : μήπως κάποιος ξεχάσει ανοιχτή την πόρτα μου και εγώ μπω στον πειρασμό να βγω έξω και χαθώ για πάντα! Τι εφιάλτης! Αυτός όμως δεν καταλάβαινε από τέτοια ψιλοπράματα. Στρογγυλοκάθισε στο δάχτυλο και μετακόμισε πολύ σύντομα στο δάχτυλο της κυρίας μου, η οποία με παρότρυνση της Ηλέκτρας αποφάσισε να δοκιμάσει αυτή την εμπειρία! Τι να πω! Έχασα πάσα ιδέα για την κυρία μου! Ο παπαγάλος έκατσε ώρα στο δάχτυλο της, μετακόμισε στον ώμο της και κατέβηκε στο στήθος της. Έκατσε να τον χαιδέψει στο κεφάλι και ξαναμετακόμισε στον ώμο της. Όταν της είπαν ότι άμα του τραγουδήσει αυτός θα χορέψει αυτή έσπευσε να το δοκιμάσει και αυτό. Τραγούδησε το "χέρια ψηλά" και ο παπαγάλος ξετρελάθηκε. Άρχισε να χορεύει στον ώμο της και να τσιρίζει! Αίσχος! Η ντροπή του είδους! Και μην πείτε ότι ζηλεύω! Χα! εγώ να ζηλέψω αυτον τον βρωμοπαπαγάλο! Δεν είμαστε καλά! Όποιος πλησίαζε την κυρία μου ο παπαγάλος τον τσιμπούσε. Καθόταν εκεί επάνω της και δεν ήθελε να φύγει. Κόντεψα να λυσσάξω γιατί η κυρία είναι δικιά μου. Σκατόπουλο! Όλο τσιρίδα και ιδέα! Τον κατέβασαν με το ζόρι από πάνω της και ο κύριος, ανίκανος να πετάξει όπως είδα, έκοβε αμέριμνος βόλτες μέσα στο σπίτι. Μέχρι και σοκολάτα έφαγε! Ο άθλιος! Ο επαίσχυντος! Ο βρωμιάρης! Εγώ, ένα καναρίνι περιωπής, να ανέχομαι αυτόν τον γελοίο! Αρκετή σύγχιση πήρα στο ταξίδι εξαιτίας αυτού του βρωμοπτηνού. Θα το σκεφτώ πολύ για να ξαναπάω στα Κουκουβάτα. Να χέσω και τις επαύλεις και τους κήπους τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: