30/12/10

Ο ΠΑΧΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΣΕ ΝΕΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ

Ο Παχουλός Κύριος είναι ανάστατος αυτές τις μέρες. Του έχουν πέσει πολλά μαζεμένα και δεν αντέχει ο καημένος! Τον συνέλαβε η κυρία μου χτες το πρωί χωμένο σε ένα κουτί με εργολάβους που είχαν καταφθάσει φρεσκότατοι. Είχε βάλει δύο μέσα στο στόμα του και τους άλεθε γρήγορα για να προσθέσει τους επόμενους. Κακόμοιροι εργολάβοι!
Σήμερα, όπως και τις περισσότερες μέρες πήγαμε πολύ πρωί με την κυρία μου στη δουλειά. Όταν φτάνουμε βρίσκουμε εκεί πάντοτε το Διευθυντικό Στέλεχος και λίγο αργότερα καταφθάνει και ο Παχουλός Κύριος, ξεφυσώντας συνήθως για κάποιο πρόβλημα του.
Για ελάχιστα λεπτά την προσοχή του αποσπούν τα κουλούρια Θεσσαλονίκης που φέρνει καθημερινά το Διευθυντικό Στέλεχος. Κατευθύνεται στο πάνω μέρος του ψυγείου που τα αφήνει και αρχίζει να τρώει. Το Διευθυντικό Στέλεχος δυσανασχετεί εμφανώς και κάνει γκριμάτσες στην κυρία μου αλλά ο Παχουλός Κύριος τρώει απερίσπαστος.
Έτσι περίπου έγινε και σήμερα το πρωί. Μπήκαμε φουριόζοι με την κυρία μου στο γραφείο και βρήκαμε το Διευθυντικό Στέλεχος με ξυνισμένη μούρη να ανακατεύει κάτι χαρτιά και τον Παχουλό Κύριο όρθιο πάνω από το ψυγείο να τρώει τα κουλούρια.
Σε μια στιγμή το Διευθυντικό Στέλεχος σηκώθηκε να πάει στο γραφείο του που είναι δίπλα. Η κυρία μου πρόσεξε ότι φορούσε καινούργια διευθυντικά παπούτσια. Ήταν (όπως πάντα) χαμηλά, καρώ και με καρώ φιόγκο.
- Α, αναφώνησε, με γεια τα παπούτσια! Ωραία είναι! Από πού τα πήρατε?
- Από την Πατησίων, είπε με το μόνιμο ξυνισμένο ύφος το Διευθυντικό Στέλεχος την ώρα που απομακρυνόταν για το γραφείο του.
Και ενώ το Διευθυντικό Στέλεχος είχε φύγει και δεν άκουγε, λέει ο Παχουλός Κύριος στην κυρία μου, το εξής μεγαλειώδες :
- Ποντικός κουδούνια εφόρει κι αν τα εφόρει ποιος τόνε θώρει....

19/12/10

ΝΕΟΣ ΕΝΟΙΚΟΣ!

Κατέφθασε σπίτι ο Λευτέρης! Επιτέλους μια νότα χαράς!
Από το καλοκαίρι που συχωρέθηκε ο Μήτσος είχα πέσει σε μαύρη θλίψη. Άδικα πήγε ο φουκαράς! Και τό΄ λεγε η κυρία μου όταν θα έφευγαν για διακοπές. "Παίρνουμε μαζί το Τζιτζιφρίγκο, ας πάρουμε και το Μήτσο". Είχανε χαρίσει βλέπεις την πρόχειρη γυάλα του και η άλλη, η μεγάλη, ήταν δύσκολο να μεταφερθεί στο Χωρίο Της Επαύλεως που θα πηγαίναμε διακοπές. Μέχρι ένα σημείο θα τον φρόντιζε η Τάνια, η γιαγιά του Ντίντη. Περίσσευαν όμως 3 μέρες μέχρι να επιστρέψουμε εμείς όλοι.
Μετά από πολλή σκέψη και σχέδια αποφάσισαν τελικά να πουν στην Τάνια να πάει το Μήτσο στο γέρικο ζεύγος του ισογείου. Αρχές Αυγούστου ποιον ήθελαν να βρουν να δώσουν το Μήτσο να τον φυλάει? Η κυρία μου έβλεπε αυτή τη λύση ως έσχατη και ίσως μοιραία και όπως αποδείχτηκε είχε δίκιο. Τελικά, τον πήγαν στα γερόντια.
Ως συνήθως, η έξυπνη η κυρία μου έκανε την άρνηση της να πάρει τηλέφωνο το θήλυ γερόντιο να ρωτήσει για την υγεία του Μήτσου. Ευελπιστούσε ότι ήταν καλά.

Ο Μήτσος ήρθε σπίτι μας προ 8ετίας. Τον έφεραν τα μικρά αφεντικά μου μέσα στην πρόχειρη πλαστική γυάλα μεταφοράς του, κατευθείαν από το πανηγύρι του Αγίου Δημητρίου. Τον βαφτίσαμε τιμής ένεκεν Μήτσο. Ήταν ένα κοινό μικρό χρυσόψαρο. Τον είχαμε μη στάξει και μη βρέξει. Μεγάλωσε και έγινε κοτζάμ χρυσόψαρο. Τριπλασίασε τουλάχιστον το μέγεθος του! Του έλεγα "Μην τρώς τόσο πολύ Μήτσο, δεν είσαι πια παιδί, έχεις γεράσει. Πρόσεξε τη διατροφή σου, σέρνεται χοληστερίνη". Τίποτε αυτός! Είχε καταντήσει να τρώει το φαγητό από το δάχτυλο της κυρίας μου, που ούτε εγώ δεν το έχω κάνει! Τον είχα δει. Έβγαζε έξω από το νερό το κεφάλι του και έπαιρνε από τα δάχτυλα της κυρίας αυτές τις αηδιαστικές φλοίδες που έτρωγε. 
Τον θαύμαζαν μαγεμένα τα παιδάκια που έρχονταν σπίτι μας να κολυμπάει γύρω από το φυτό του. Ζούσε σε μία μεγάλη γυάλα, γεροντοπαλλήκαρο κι αυτός σαν και μένα, με τα σέα του και τα μέα του (φίλτρα, καλό φαγητό, καθαριότητα κλπ). 
Όταν γυρίσαμε σπίτι από τις διακοπές η κυρία μου πήγε κατευθείαν στα γερόντια τα οποία βρήκε με ένοχο ύφος να ψελλίζουν πόσο σταναχωρημένα ήταν. Τι να σας λέω ... πάει ο φουκαράς ο Μήτσος! Δεν τους έκοψε να βάλουν το φίλτρο στην πρίζα και ο Μήτσος μας έζησε τόσα χρόνια για να πάει άδοξα και αναπάντεχα από τη ΔΕΗ. Ο κύριος μου ως πιο ψύχραιμος τον κατευόδωσε στην τελευταία του κατοικία διότι η κυρία μου ήτο απαρηγόρητη κι εγώ ομοίως.
Όλοι στεναχωρήθηκαν στο σπίτι. Η γιαγιά Σοφία κόντεψε να σκάσει, σκυλόβριζε μέσα από τα δόντια της τα γερόντια. Τα μικρά αφεντικά μου κατηγόρησαν τους γονείς τους ότι κακώς τον άφησαν στο έλεος των γειτόνων. Όλοι όσοι τον γνώριζαν και θαύμαζαν τη μακροζωία του στεναχωρήθηκαν.

Ώσπου χτες πήγε η κυρία μου στον Υδάτινο Κόσμο και έφερε το Λευτέρη. Ζούσε σε ένα μεγάλο ενυδρείο γεμάτο μικρά χρυσόψαρα φίλους του, ώσπου ένας κύριος με μια απόχη τον πήρε και μας τον έβαλε σε μία σακούλα, την έδεσε αριστοτεχνικά και μας την έδωσε με το Λευτέρη μέσα. Το μέρος ήταν γεμάτο ενυδρεία με περίεργα ψάρια και το κατάστημα είχε πολλή πελατεία η οποία δεν ενδιαφερόταν καθόλου για ένα ταπεινό χρυσόψαρο. Η κυρία μου φορτώθηκε τη σακούλα με το Λευτέρη και τα υπόλοιπα ψώνια της και πήρε το δρόμο για το σπίτι ποδαράδα.
Στο σαλόνι περίμενε πεντακάθαρη η γυάλα και ο Χόλιους ανέλαβε την τελετή μετακόμισης από τη σακούλα στη γυάλα. Το Πανελλήνιο ρίγησε από χαρά.
Σας παρουσιάζω με υπερηφάνεια το νέο ένοικο του σπιτιού μας. Είναι λίγο μικρούλης, μια σταλιά αλλά θα μεγαλώσει. Είναι ο Λευτέρης!


Νάτος, έρχεται! Κοιτάζει ήδη που θα πάει!


Ο τελετάρχης Χόλιους επιλαμβάνεται της μετακόμισης!
Τα πλήθη παραληρούν! (κλαπ κλαπ κλαπ)
Καλώς όρισες Λευτέρη!