Από δω την είχε η Βερενίκη, από κει την είχε η Βερενίκη, της απέσπασε την υπόσχεση να πάει σπίτι της στις 6.30 το απόγευμα. Διαμαρτυρήθηκε αλλά όχι σθεναρά. Είναι γνωστό ότι δεν μπορεί να πει "όχι". Το ξέρετε από παλαιότερες περιπέτειες της. Ψέλλισε ένα "το ξέρεις ότι δεν είμαι εγώ γι΄ αυτά" αλλά η Βερενίκη αγρόν ηγόρασεν. Έσκυψε το κεφάλι και πήγε. Με πήρε και μένα μαζί για να μαθαίνω. Μου είπε επακριβώς "σήμερα Τζιτζιφριγκούλη θα μεταμορφωθούμε σε κότες". "Αχ, ωραία!", είπα. "Μ΄αρέσει να μπαίνω σε ρόλους! Τι καλά! Θα περάσω τέλεια!"
Στο πάντα περιποιημένο και φτιαγμένο με γούστο σπίτι της Βερενίκης πήγαμε ελαφρώς καθυστερημένοι γιατί η κυρία μου χρονοτριβούσε προσπαθώντας να αποφασίσει τι να φορέσει. Ήξερε ότι θα περάσει από το κοτίστικο μικροσκόπιο και είχε αγχωθεί. Πείτε μου, δεν είναι χαζή?
Στο κομψό σαλόνι ήταν παραταγμένες οι κότες. Μεσήλικες, προσεκτικά ντυμένες, κοιτούσαν κρυπτοεξεταστικά η μία την άλλη και αλληλοζυγίζονταν. Μιλούσαν περί προσεκτικών ανέμων και υδάτων. Ο καιρός, τα παιδιά ... Λέξη για δύσκολα θέματα. Και είχαν όλες τους ένα βουνό από τέτοια! Αποτυχία στην αποτυχία!
Κάτσαμε κι εμείς και βουτηχτήκαμε στην υποκρισία. Διότι περί υποκρισίας επρόκειτο. Άρχισε να αναδεύεται το στομάχι της κυρίας μου. Την έκανα χάζι... Έχωσε τη μύτη της στον καφέ της εκδηλώνοντας ζωηρή προσήλωση στο φλυτζάνι και το πιατάκι.
Προσφέρθηκαν γλυκάκια αλλά δηλώσαμε οπαδοί μιας πρόσφατης προσεγμένης διατροφής. Με την εντολή της οικοδέσποινας μετακομίσαμε αδιαμαρτύρητα από τους καναπέδες στο τραπέζι που ήταν κατειλημμένο ολόκληρο από .... τάπερ. Μικρά, μεγάλα, μωβ, γαλάζια, διαφανή, μύλοι, σπάτουλες, κουτάλες, μπωλ και καπάκια.... Οι κότες μαζεύτηκαν γύρω γύρω και η αρχικότα άρχισε να τα επιδεικνύει και να τα εκθειάζει. Λες και ήταν κάτι το απίθανο, το εκπληκτικό, το πρωτοποριακό! Σούρθηκε και η δικιά μου μη μπορώντας να κάνει αλλιώς. Η αρχικότα της έκανε δώρο για να τη δελεάσει να προσέξει, ένα χωνάκι (όχι παγωτό δυστυχώς) που εκείνη δεν το ήθελε αλλά την έβαλε να το πάρει με το ζόρι (το γνωστό πρόβλημα με τα "όχι"). Έδωσε σε όλες ένα βιβλιαράκι για να βλέπουν όλα τα καταπληκτικά αυτά προϊόντα και να διαλέξουν με την ησυχία τους ενώ εκείνη περιέγραφε όσα ήταν ήδη στο τραπέζι. Η κυρία μου είχε ξεχάσει τα γιαλιά της και δεν έβλεπε χριστό αλλά έκανε ότι διάβαζε για να γλυτώσει τις κουβέντες. Και ωωωωω! υπήρχαν πολλές κουβέντες γύρω μας!!! Και συγκρίσεις!! Πολλές συγκρίσεις!!! Το τάδε σκεύος, έλεγε η χοντρή κότα, είναι καταπληκτικό, της το είχε κάνει δώρο η μαμά της το παλιό, πριν παντρευτεί αλλά τώρα θα αγόραζε την καινούργια, βελτιωμένη έκδοση! Έχετε εκείνη τη σειρά που στραγγίζει το καρπούζι?, ρωτούσε η ξερακιανή κότα. Αχ, τα τάπερ με τις βαλβίδες είναι καταπληκτικά, αναφωνούσε η φραγκόκοτα, διατηρούν τα λαχανικά δυο βδομάδες στο ψυγείο.
Και δώστου σχόλια για να ανέβει το κασέ! Να πάρει και τα δώρα η οικοδέσποινα αναλόγως του τζίρου των κορόιδων... Οι δε τιμές? Πανακριβουδερί. Ένα σκατουλάκι που κόβει τους μαϊντανούς 53 ευρώ! Γιατί δηλαδή να μην τους κόψει κάποιος στο χέρι? Θα γλυτώσει και το νερό που θα πλύνει το σκατουλάκι - κόφτη μετά (και τα 53 ευρώ με τα οποία μπορεί κάλλιστα η κυρία μου πχ. να αγοράσει μερικά πόμολα για τα συρτάρια της κουζίνας της Επαύλεως!!!).
Η κυρία μου βυθίστηκε σε αυτόν τον άγνωστο κοτίστικο κόσμο και νόμιζε ότι άκουγε κινέζικα. Τι ήταν όλα αυτά? Με τι ασχολούνται αυτές οι γυναίκες? Είναι δυνατόν? Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι συμμετείχε σε αυτόν τον ακαταλαβίστικο για αυτήν κόσμο. Και επειδή πρώτον, δεν την ενδιέφεραν όλα αυτά και δεύτερον, δεν έβλεπε χωρίς τα γιαλιά της, .... απέδρασε προς τις νοερές ασχολίες της ενώ οι κότες κακάριζαν.
Έφτιαξε το αυριανό πρόγραμμα της στο γραφείο και σχεδίασε μάνι μάνι δύο εργασίες για τους νεώτερους συναδέλφους, ανασκόπισε τα ντουλάπια της κουζίνας και κατέγραψε τις ελλείψεις για μια βόλτα στο σούπερ μάρκετ, σημείωσε να πάρει τη γιαγιά - Σοφία τηλέφωνο και να αγοράσει στην επιστροφή πίτες για σουβλάκια.
Την προσοχή της απέσπασε η ερώτηση της αρχικότας για το αν επιθυμούσε να παραγγείλει κάτι που της άρεσε. Όρμησα και τη συγκράτησα. "Μηηηη", ούρλιαξα στον εγκέφαλο της, "μην το κάνεις, δεν αξίζει τον κόπο. Τελειώνουμε σε λίγο και θα φύγουμε. Μη γίνεις αγενής τώρα στο τέλος". Με άκουσε. Θυμήθηκε ευτυχώς τις βαλβίδες και ζήτησε ένα τάπερ με βαλβίδες. Πάνε 15 ευρώ, έκαναν φτερά για ένα άχρηστο πράγμα!
Η αρχικότα όμως, πολύ σοφά εκπαιδευμένη, συνέχισε το μαρκάρισμα, προσφέροντας ένα δώρο (ένα τάπερ φυσικά) ως δέλεαρ για να οργανωθεί μια ίδια παράτα σε ένα άλλο σπίτι (θύματος). Η δικιά μου είχε φορτώσει πλέον άσχημα, καταλάβαινα την καταιγίδα που πλησίαζε. Την ξέρω καλά βλέπετε! Πήγα να πάρω μέσα τα ρούχα και να μαζέψω τις τέντες! Με ελαφρώς στίλβον όμμα επέστρεψε το τάπερ με δηλητηριώδες χαμόγελο και στάθηκε αμετακίνητη στις προτροπές. Σε λίγο θα άρχιζε να ουρλιάζει. Η δε ορολογία που χρησιμοποίησε η αρχικότα λίγο έλειψε να ξεχειλίσει το ποτήρι : "(γλυκερό ύφος) Και αν κάποια κυρία κανονίσουμε να μας προσφέρει ένα καφεδάκι...." μετάφραση : εάν βρεθεί ένα επόμενο βόδι από όσα είναι εδώ μέσα, να μαζέψει στο σπίτι του μερικά άλλα βόδια για να πουλήσουμε κανένα τάπερ ακόμα...
Η ομήγυρις μετά τις παραγγελίες μετακόμισε εκ νέου στο σαλόνι. Και ιδού! Μία εκ των κοτών ξεκίνησε την κουβέντα περί ασθενειών διαφόρων γνωστών, που έπαθαν αυτό και εκείνο και κόλλησαν το χι και το ψι. Ναι, ναι, κακάριζαν όλες μαζί, ενθυμούμενες όλες και κάθε μία ξεχωριστά λυπηρά περιστατικά ανίατων και ιάσιμων περιπετειών. Όταν άκουσε η κυρία μου και το απόφθεγμα "εγώ τους λέω στη δουλειά να σκεπάζουν τον καφέ τους γιατί θα κολλήσουν φυματίωση" εεεεε.... δεν άντεξε πλέον. Πόσα μαρτύρια να υποφέρει ένας άνθρωπος σε 2 ώρες? Σηκώθηκε, έβαλε βιαστικά το μπουφάν της και έφυγε.
Έκλεισε την πόρτα σε αυτόν τον άγνωστο, ηλίθιο, άχρηστο κόσμο και έτρεξε στον δικό της. Τα "Τετράδια του Δον Ριγοβέρτο" την περίμεναν εναγωνίως...