ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ !
Να΄ μαι επιτέλους !
Κατάφερα να πάρω μια ολιγοήμερη άδεια από τις υποχρεώσεις μου στον Παράδεισο και να πεταχτώ να δω τα αφεντικά μου και το αγαπημένο μου σπίτι στη Γη !
Αχ, πόσο μου έλειψαν !
Αλλά, για να πω την αλήθεια, παρότι βρήκα έναν νέο ένοικο στο κλουβί μου (θα έχω σύντομα αναμεταδόσεις και φωτογραφίες), κίτρινο και φοβητσιάρη, μέσα στο μυαλό της κυρίας μου, κυριαρχώ ακόμα εγώ. Γι΄αυτό δεν μπορώ ακόμα να την εγκαταλείψω και να αφοσιωθώ στην καριέρα μου.
Έφτασα χτες το μεσημέρι στη Γη, με ειδική πτήση που μετέφερε χιτώνες και φωτοστέφανα. Ο Άγιος Πέτρος μου έδωσε τιμητική άδεια και με άφησε να επιβιβαστώ και να ταξιδέψω πάνω στους χιτώνες, αγκαλιά με τα φωτοστέφανα.
Πετώντας για το σπίτι μας, διασχίζοντας με ταχύτητα φωτός τα δρομάκια του Άλλου Μπύθουλα, της αγαπημένης γειτονιάς μου, παρατήρησα μερικές αλλαγές, που με άφησαν με απορία.
Είδα ανθρώπους με καρότσια σούπερ μάρκετ, ή αυτοσχέδια καρότσια με χαρτόκουτα να ψάχνουν τους κάδους των σκουπιδιών. Ένας ένας ή με συνοδεία κάποιου παιδιού. Συνήθως μελαμψοί. Έβγαζαν από τους κάδους διάφορα σκουπίδια, τα κοίταζαν από δω, τα κοίταζαν από κει, τα φόρτωναν στα καροτσάκια και έφευγαν. Και να πω ότι η γειτονιά μας είναι πλούσια! Το λέει και το όνομα της : Άλλος Βύθουλας.
Είδα επίσης πολλά ξενοίκιαστα μαγαζιά. Με βρώμικες παραμελημένες προσόψεις και σκονισμένες βιτρίνες. Εκεί που άλλοτε υπήρχαν μικρές συνοικιακές αγορές, τώρα υπήρχαν μόνο λουκέτα και ενοικιαστήρια.
Και τέλος, είδα κάτι καινούργιες επιχειρήσεις που ξεφύτρωσαν από το πουθενά, πολλές σαν μανιτάρια. Διάβασα με κίτρινα μεγάλα γράμματα "Αγοράζω χρυσό και κοσμήματα". Εκεί έφτασαν τα πράγματα ? Στα ενεχυροδανειστήρια ?
Πόσο άλλαξαν όλα γύρω μου το λίγο καιρό που έλειψα !
Μα θα μου πείτε "δεν διαβάζεις εφημερίδες, χρυσό μου εκεί που είσαι ?".
Έχουμε εφημερίδες και ίντερνετ στον Παράδεισο αλλά ήμουν πολύ απασχολημένο με τα συναυλιακά μου έργα και τη συγγραφή συμφωνικών μελωδιών που δεν ενημερωνόμουν τακτικά.
Το σπίτι μας τουλάχιστον ήταν ίδιο και απαράλλαχτο.
Έπεσα στην αγκαλιά της κυρίας μου (αν και εκείνη δεν κατάλαβε τίποτα) και τη φίλησα με δάκρυα χαράς! Μέτρησα 32 νέες άσπρες τρίχες στο κεφάλι της, κακοκρυμμένες κάτω από μια μπογιά αμφίβολης ποιότητας.
Βρε, τι συμβαίνει εδώ ? είπα. Τι έχουν πάθει όλοι ?
Η κυρία μου ετοιμαζόταν να φύγει για τη δουλειά της.
Είσαι αδιόρθωτη, ούρλιαξα στο αυτί της. Γέρασες και μυαλό δεν έβαλες. Μεγάλο Σάββατο βράδυ είναι και σύ πας στη δουλειά ? Άλλος κανένας δεν υπάρχει ? Πάλι το βόδι εσύ ?
Δεν με άκουγε φυσικά.
Ευθύς, έγινα η γνωστή στραφταλιστή καρφίτσα στο πέτο της και έφυγα μαζί της. Ενεργοποίησα το ειδικό μικροτσίπ και χώθηκα στις σκέψεις της.
Πήγαινε περπατώντας από το σπίτι στον ηλεκτρικό για να βάλει σε τάξη το μυαλό της.
Ένα μυαλό γεμάτο με πράματα. Και προβλήματα που έπρεπε να βρουν τη λύση τους. Όχι κατ΄ανάγκη δικά της ή της οικογένειας μας. Ξένα προβλήματα τα περισσότερα. Αισθανόταν το μυαλό της να λυγίζει κάτω από το βάρος των αποφάσεων που έπρεπε να πάρει. Των παραμέτρων που ίσως της διέφευγαν, της στήριξης και της άλλης γνώμης που ποτέ δεν θα εξασφάλιζε. Μοναξιά και εδώ. Η μοναξιά των χειρισμών, που λέει κι εκείνη.
Φτάσαμε στη δουλειά της αναζωογονημένοι από το βραδινό αεράκι το λίγο ψυχρό και υγρό. Μας υποδέχτηκαν ευχές και υποσχέσεις για ένα προσεκτικά ετοιμασμένο αναστάσιμο μικρό συμπόσιο από τους συναδέλφους. Τίποτα δεν άγγιξε την κυρία μου. Η Ανάσταση που πλησίαζε ήταν το λιγότερο που μπορούσε να σκεφτεί. Το άγχος της επικείμενης νύχτας και όλων όσων θα μπορούσαν να συμβούν ήταν ένα σαράκι που ροκάνιζε τα μέσα της και το Κάθε Φορά Άγχος δηλητηρίαζε κάθε κίνηση και λόγο της. Ως πού θα πάει αυτή η φθορά ?
Κατά τις 9 ήρθε να τη βρει η Λουίζα, η αδελφή της φίλης της Κλεονίκης μαζί με τη μαμά της. Ήρθαν για τα φώτα της κυρίας μου. Εκείνη αγκάλιασε και φίλησε τη Λουίζα, το μικρό αδελφάκι της Κλεονίκης που είναι όμως πολύ ικανό και συγκροτημένο και που η κυρία μου αγαπά πολύ. Από την ανοιχτή τσάντα της Λουίζας το βιονικό μάτι της έπιασε το πακέτο τα τσιγάρα και τη μάλωσε τρυφερά αλλά χωρίς επιμονή. Μεγάλο κορίτσι ήταν πια το μικρό αδελφάκι !
Έμεινα με την κυρία μου όλη τη νύχτα. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα πεταχτήκαμε στο εκκλησάκι που είναι μέσα στον ευρύτερο χώρο της δουλειάς της, ακούσαμε το "Χριστός Ανέστη" και γυρίσαμε στη θέση μας.
Τα χαράματα η κυρία μου μαζί με τη Λουίζα αποχαιρέτισαν τη μαμά της Λουίζας.
Τα Ανώτερα Κλιμάκια με επιφόρτισαν να μην την αφήσω μόνη στο ταξίδι της. Έτσι, πριν καλά καλά ξημερώσει πήρα την πτήση τσάρτερ για Παράδεισο κρατώντας το χέρι της κυρίας Αυγής και τραγουδώντας μια πολύπλοκη μελωδία για χάρη της.
Κοιτούσα τη θλιμένη μου κυρία καθώς απομακρυνόμουν στους αιθέρες και κατάφερα να της εμφυσήσω ότι πολύ σύντομα θα ήμουν πάλι κοντά της.