22/7/09

ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟ ΚΤΕΛ

Οι διακοπές της κυρίας μου άρχισαν την Παρασκευή το μεσημέρι. Μετά από πολλά χρόνια, κατόρθωσε να πάρει φέτος 3 ολόκληρες βδομάδες άδεια. Πρώτη χρονιά που δε θα δουλεύει στη γιορτή της και τα γενέθλια της που πέφτουν με μια μέρα διαφορά. Άφησε ένα κατεβατό εκκρεμότητες στο πίσω φύλλο της ντουλάπας του γραφείου της και έφυγε με ελαφριά καρδιά. Ο φετινός προορισμός διακοπών θα ήταν το χωριό της Επαύλεως. Δει δη χρημάτων, ω άνδρες Αθηναίοι! Θα πήγαινε πρώτη εκεί και θα ακολουθούσα εγώ με τον κύριο μου σε μια βδομάδα. Τα μικρά μου αφεντικά ήταν ήδη εκεί μαζί με ένα τρίτο αγοράκι φίλο του κανονικού μου αφεντικού. Η γιαγιά Σοφία δηλαδή είχε τρία αγοράκια να φροντίζει και να προσπαθεί να βάλει σε τάξη. Οι τόμοι Συμβουλών, Νουθετήσεων και τα προγράμματα Ύπνου στην ώρα μας και Υγιεινής Διατροφής έδιναν και έπαιρναν.
Η κυρία μου πριν φύγει δεξιώθηκε στο σπίτι το πεθερικό της, το οποίο κατέπλευσε το Σάββατο, για να ξεκουραστεί λίγο η νταντά της. Είναι αλήθεια ότι το να ζεις με το πεθερικό είναι όνειδος. Παρότι τα αφεντικά μου φροντίζουν εντατικά τη νταντά για να μπορεί να υποφέρει το πεθερικό, τη βρήκαν ένα μεσημέρι με το ξυράφι στο χέρι έτοιμη να κόψει τις φλέβες του αριστερού της καρπού! Το πεθερικό όταν ερωτήθη εξαπέλυσε μύδρους εναντίον της αχαριστίας και της αγνωμοσύνης της νταντάς που αντί να πει «ευχαριστώ» που έχει μια δουλειά προβάλει και αξιώσεις. Εκρηκτική κατάσταση! Η νταντά είπε κάτι στη γλώσσα της που φαντάστηκα ότι ισοδυναμούσε με τη φράση «καλύτερα να σπάω πέτρες σε ένα νταμάρι ντάλα μεσημέρι παρά εδώ με σένα….(ακολουθούν διάφορα σύνθετα επίθετα με ένα συνθετικό το γριά )». Για να εκτονωθεί προσωρινά το κλίμα ήρθε σπίτι μας για λίγο.
Το πεθερικό, τρισευτυχισμένο, στρογγυλοκάθισε στην αγαπημένη του θέση στο σαλόνι και ασχολήθηκε με το θηλασμό του κυρίου μου όλο το Σαββατοκύριακο. Έπλεξε χιλιάδες σενάρια με το μυαλό του, ενημερώθηκε για τις κινήσεις όλης της γειτονιάς και παράλληλα καταβρόχθισε ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε στα ψυγεία παρότι ηρνείτο σταθερά ότι πεινούσε. Την Κυριακή το μεσημέρι επεστράφη σπίτι της. Καλό το διάλειμμα αλλά τελείωσε. Στο δρόμο τους μάνα και γιός, ξετσουβάλιασαν και την κυρία μου στα ΚΤΕΛ για να πάει στη μαμά της, στο χωριό Κουκουβάτα, εκεί που εξελίσσεται η Έπαυλη. Την πήγαν μία ώρα και ένα τέταρτο πριν την αναχώρηση. Έμεινε μόνη της σε ένα κάθισμα να χαζεύει τον κόσμο. Εγώ, είχα αφήσει ένα αντίγραφο μου να κελαηδάει στο σπίτι και είχα εγκατασταθεί σε μια ευφάνταστη καρφίτσα στο κορσάζ της άσπρης μπλούζας της. Πριν φύγει από το σπίτι, συνειδητοποίησε ότι ξέχασε το ρολόι της στην εταζέρα του μπάνιου αλλά βαρέθηκε να γυρίσει να το πάρει. Εκεί που περίμενε, πέρασε ένας Κινέζος Πωλητής Πραγμάτων. Με την ευκαιρία αυτή και τα σχετικά παζάρια αποκτήσαμε ένα ωραιότατο ρολόι χειρός μάρκας YaWeiSi, προς 5 ολόκληρα ευρώ, με μεγάλους αριθμούς για να διαβάζονται εύκολα.
Κόσμος πήγαινε και ερχόταν στο ΚΤΕΛ. Λεωφορεία έρχονταν και έφευγαν συνεχώς. Οι άνθρωποι κατέβαιναν φορτωμένοι και τραβούσαν για τη στάση του λεωφορείου που θα τους πήγαινε στο κέντρο της Αθήνας ή στο αεροδρόμιο. Μια άλλη ουρά σχηματιζόταν για τα ταξί. Οι ταξιτζήδες με αδηφάγα βλέμματα σκάναραν τους επιβάτες και ξεδίπλωναν το ταλέντο τους να φορτώσουν δύο ζεύγη επιβατών για παραπλήσιες διαδρομές. Γιατί να μην το κάνουν? Μήπως υπήρχε κανένας έλεγχος για το τι κάνουν και τι δεν κάνουν στο σταθμό των ΚΤΕΛ? Εξάλλου εκείνο που προέχει είναι η εξυπηρέτηση του κόσμου. Υπήρχε και μια άλλη χαριτωμένη ομάδα επιβατών που αναγνωριζόταν εύκολα από το έντρομο βλέμμα τους. Ήταν όσοι κατέβαιναν από το πούλμαν και έψαχναν εναγωνίως τις τουαλέτες. Συνήθως ήταν παππούδες και γιαγιάδες αλλά προσέξαμε και κάποιους μεσήλικες που τους καλούσε επειγόντως και αυτούς η κύστη τους.
Η θέση μας στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ ήταν εξαιρετική. Νούμερο 4, δηλαδή μπροστά και παράθυρο! Μεγάλη τύχη! Από το τεράστιο παρμπρίζ αγναντεύαμε απερίσπαστοι το δρόμο. Επιπλέον, κανένας δίπλα μας! Ο οδηγός ήταν ένας μεσήλικας κοντρόχοντρος που πρέπει να τελείωσε με το ζόρι το δημοτικό. Είχε μια παθολογική αγάπη για την κόρνα του πούλμαν την οποία χρησιμοποιούσε σε κάθε φανάρι, μέχρι να βγούμε έξω από την πόλη, στα δύο πρώτα δευτερόλεπτα της αλλαγής σε πράσινο. Ο φουκαράς νέος οδηγός που ήταν μπροστά μας τρόμαξε τόσο πολύ από την εκκωφαντική κόρνα που άκουσε, για να ξεκινήσει σχεδόν προτού καλά καλά ανοίξει το φανάρι, που του έσβησε η μηχανή και ο οδηγός μας φρύαξε! Έπεσε πάνω στην κόρνα και δημιούργησε πανδαιμόνιο λες και η ταχεία εκκίνηση μας είχε να κάνει με αγώνα δρόμου για να ξεφύγουμε το θάνατο.
Το ταξίδι ήταν παρόλα αυτά βασιλικό! Τρία πράγματα μόνο χάλασαν το σκηνικό. Ο οδηγός κάπνιζε. Κάπνισε συνολικά 7 τσιγάρα, των οποίων ο καπνός ωθείτο από το air condition επάνω στη μούρη μας. Τα φτερά μου και τα μαλλιά της κυρίας μου σκυλοβρωμούσαν τσιγαρίλα όταν φτάσαμε. Τόλμησε κανείς να του πει τίποτε? Όχι βέβαια! Ποιοι νόμοι και πράσινα άλογα! Ο οδηγός είναι ο μικρός δικτάτωρ του ταξιδιού! Άμα τολμάς κάνε του την παρατήρηση! Το δεύτερο ήταν το ραδιόφωνο. Ακούσαμε ό,τι σκυλοτράγουδο δεν είχαμε ακούσει σε όλη μας τη ζωή! Άγνωστα ψάρια άδοντα ηλίθιους στίχους ντυμένους με σκυλομπουζουκολαϊκοτσιφτετέλια. Μία φρίκη. Στην αρχή το είδα ως μια άλλη όψη της μουσικής και των συνθέσεων, από τις οποίες αποφάσισα να ωφεληθώ. Σύντομα όμως άρχισα να παθαίνω ξεπουπουλίαση, εκείνη τη νόσο που τα αρνητικά ερεθίσματα επιδρούν στα πούπουλά μου και μαδάω. Το τρίτο είχε να κάνει με το κινητό, το οποίο χτύπησε και απαντήθηκε 3 φορές, ενώ το δεξί χέρι γύριζε μόνο του εκείνο το τεράστιο τιμόνι στις απότομες και ανηφορικές στροφές του δρόμου!
Το λεωφορείο έκανε μια στάση σε ένα άθλιο μέρος στο οποίο ποτέ δε θα σταματούσε κάποιος αν δεν ήταν λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Το μέρος αυτό ήταν κατασκευασμένο για Ουρητήριο Επιβατών Λεωφορείων και μόνο. Παρεμπιπτόντως είχε και ένα κατασκευαστήριο καφέδων μαζί με κάτι ψωραλέα μισοάδεια ράφια με φαγώσιμα. Η ουσιαστική παροχή ήταν οι τουαλέτες που υπήρχαν στο ισόγειο αλλά και στο πατάρι στο οποίο σκαρφάλωνες με μια στριφογυριστή μεταλλική σκάλα, εφόσον ήσουν μεταξύ των δεκαετιών 12 έως 32. Οι λοιποί κινδύνευαν να επαληθεύσουν το πρώτο σκέλος της γνωστής παροιμίας «ο γέρος θα πάει ή από πέσιμο ή από ….».Στο σημείο αυτό τελείωσε πρακτικά και το ταξίδι μας. Όταν επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν, μετά από αυτή τη χαριτωμένη στάση, τη θέση δίπλα μας κατέλαβε μια τροφαντή γιαγιά, η οποία ζαλιζόταν (ισόβιο επιχείρημα για όσους θέλουν να καθίσουν στις βασιλικές θέσεις). Ήταν γεμάτη άγχος για το ταξίδι, γιατί έκατσε σε ορθή γωνία, χωρίς να ακουμπήσει την πλάτη της στο κάθισμα και έμεινε γαντζωμένη στις χειρολαβές μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας. Το δεξί της μπούτι είχε καβαλήσει το αριστερό μπούτι της κυρίας μου και η τσάντα της που ήταν περασμένη στον δεξί της καρπό αναπαυόταν στο αριστερό γόνατο της κυρίας μου. Καταθέσαμε τα όπλα. Εγώ, ως καρφίτσα, το έριξα στον ύπνο, η δε κυρία μου προσποιήθηκε ότι το έριξε στον ύπνο γιατί τρόμαξε με την εφιαλτική πιθανότητα : να της πιάσει η γιαγιά κουβέντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: