21/2/09

ΣΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ

Η κυρία μου εκείνο το πρωί θα πήγαινε στη δουλειά της με το λεωφορείο. Ο καιρός ήταν καλός και αποφάσισα να πάω μαζί της να χαζέψω τους ανθρώπους. Το λεωφορείο ήταν διπλό και μισογεμάτο. Ο κόσμος ταξίδευε αμίλητος και νυσταγμένος. Η κυρία μου βολεύτηκε όρθια κι εγώ πρόσεξα να μη με ενοχλεί το χέρι της και ξεκαρφιτσωθώ. Δε μου άρεσε καθόλου η ιδέα να τσαλαπατηθώ από όλους αυτούς τους άγριους. Δίπλα της ήταν δύο παληκαράκια που έμοιαζαν με φοιτητές. Έβλεπα την κυρία μου να τα κοιτά και ήξερα τι σκεφτόταν. Σκεφτόταν το κανονικό αφεντικό μου το οποίο ταυτόχρονα (όπως ήδη γνωρίζετε) είναι ο μεγάλος της γιος. Αναλογιζόταν πόσο γρήγορα μεγάλωσε και πόσο γρήγορα πλησιάζουν οι εξετάσεις του που ίσως τον πάρουν από κοντά της σε κάποια μακρινή επαρχία.

Μέσα σε αυτές τις μελαγχολικές σκέψεις και στην ησυχία ακούστηκε μια φωνή. Η φωνή μιλούσε στο τηλέφωνο και θα συνέχιζε να μιλά για 20 λεπτά που θα διαρκούσε η διαδρομή μέχρι τον ηλεκτρικό. Είναι απερίγραπτα όσα ακούγονταν και είναι αδύνατο να τα μεταφέρω όλα. Είναι επίσης δύσκολο να αποδώσω με ακρίβεια το κλίμα που επικράτησε μέσα στο λεωφορείο αλλά θα προσπαθήσω. Η λέξη που απόσπασε την προσοχή σε όλο το λεωφορείο και μας έκανε να παρακολουθήσουμε όλη την κουβέντα ήταν η λέξη που έλεγε η κυρία ξανά και ξανά "όρχες". Όπως το ακούτε : "όρχες". Αρχικά δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε σε τι αναφερόταν. Παραθέτω ό,τι θυμάμαι : " Όταν του κοπούν οι όρχες αυτός θα θέλει ακόμα να κάνει έρωτα κι εσύ τι θα κάνεις? Είναι δύσκολο αυτό το πρόβλημα. Πρέπει να προσέξεις πολύ. Θα είναι ανήσυχος, θα έχει νεύρα. Θα πρέπει να δείξεις μεγάλη υπομονή. Οι όρχες είναι βασικοί για τον οργανισμό του. Αλλά κι εσύ τι να κάνεις? Άμα του κόψουν τους όρχες εσύ θα ξενοιάσεις!" Ήμαρτον! Τι έλεγε η γυναίκα πρωί πρωί μέσα στο λεωφορείο? Μιλούσε ατάραχη, δυνατά και με ύφος ειδήμονα. Το λεωφορείο έστεκε απορημένο. Τα συναισθήματα ήταν ένα μίγμα αηδίας, απορίας και εκπληξης. Όλοι έριχναν κλεφτές ματιές στο πρόσωπο που μιλούσε στο τηλέφωνο και περίμεναν με αγωνία την εξέλιξη της συνομιλίας. Τι θα γινόταν παρακάτω? Πότε θα τους έκοβαν σε αυτόν το δύστυχο και γιατί άραγε? Όλο το λεωφορείο ανατρίχιαζε! Η εξέλιξη κρεμόταν από μια κλωστή! Η κυρία συνέχισε κι εμείς όλοι κρατούσαμε την ανάσα μας. "Δε θυμάσαι τι έγινε με τον δικό μου?" Θεέ μου! Υπήρχε λοιπόν και δικός της! Απίστευτο! Μήπως έχουμε μείνει πίσω από τις εξελίξεις εγώ και η κυρία μου, χωμένοι μέσα στη βολεμένη καθημερινότητα μας? Μήπως έχουν αλλάξει τα πράγματα και το να κόβεις τους όρχεις αποτελεί πλέον μια καινοτομία της σύγχρονης ζωής?

Περίμενα με αγωνία την εξέλιξη, εγώ, η κυρία μου, οι φοιτητές, ένας κύριος που μπήκε σε μια στάση και όσοι καταλάβαιναν ελληνικά μέσα στο όχημα. Δε θα σας κουράσω άλλο. Ο γρίφος λύθηκε, ο κόσμος που κρατούσε την αναπνοή του, εξέπνευσε και η κυρία συνέχισε : "Δε θυμάσαι? Πριν πάρω την .......(Φουκαριάρα) δεν είχα τον ......(Φουκαρά)? Ειχα πάει να τον ευνουχίσω γιατί μου το είχε πει ο κτηνίατρος. Είναι καλύτερο για τα ζώα άμα ζούνε σε διαμερίσματα. Αλλά μετά θα πρέπει να προσέχεις τι θα τρώει για να μη σου παχύνει. Θα αγοράζεις τροφή που να είναι ....(παρατίθενται συμβουλές και μάρκες). Θα τον ζυγίζεις κάθε βδομάδα και άμα ξεφεύγει το βάρος θα του κάνεις δίαιτα." Οι φοιτητές είχαν μπει πια στο νόημα κι άρχισαν να κάνουν χαμηλόφωνα σχόλια, γελώντας. Ο κύριος συμμετείχε κι αυτός ενισχύοντας τα σχόλια των νεαρών. Κεφάλια κουνιόντουσαν από όλες τις πλευρές αναζητώντας να δουν τι πρόσωπο είχε το ον που μιλούσε. Ακολούθησε ένας καταρράκτης συμβουλών και υποδείξεων. Μάθαμε πώς βουρτσίζεται το τρίχωμα του (ευνουχισμένου) σκύλου, πώς τον παίρνεις αγκαλιά για να τον ζυγίσεις (δηλαδή ζυγίζεσαι μόνη σου, ζυγίζεσαι με το σκύλο και αφαιρείς το ένα βάρος για να μάθεις το δεύτερο!), πού να ψάξεις για πλαστικά κόκκαλα για να παίζει, ποιο περιλαίμιο είναι καλύτερο και ένα σωρό άλλα. Οι φοιτητές είχαν ξακαρδιστεί πλέον. Έκαναν φωναχτά σχόλια και αντάλλασσαν προχωρημένες απόψεις με τον κύριο. Το λεωφορείο παλλόταν από διασκέδαση αλλά και αγανάκτηση. Εγείρεται το ερώτημα : πώς είναι δυνατόν να επέμβεις σε τέτοιες καταστάσεις? Πώς θα μπορούσαμε να βάλουμε φρένο στην ηλίθια συμπεριφορά που είμαστε αναγκασμένοι να ανεχόμαστε στα μέσα μαζικής μεταφοράς? Απλούστατα, δεν υπάρχει λύση νομίζω. Σε όποιον δεν αρέσει ο συγχρωτισμός ας πάρει ταξί.
Αλλά η ιστορία είχε και συνέχεια. Όχι με τη συγκεκριμένη κυρία αλλά με δύο άλλες. Την ίδια μέρα η κυρία μου επέστρεψε σπίτι με ένα ανάλογο λεωφορείο. Ήταν κουρασμένη και ευτυχώς βρήκαμε θέση και καθίσαμε. Πίσω μας ακριβώς κάθονταν δύο κυρίες και μιλούσανε σιγά και διακριτικά. Η κυρία μου κι εγώ άθελα μας ακούγαμε. Ήταν η τραγική εποποιία φίλων, συγγενών και γειτόνων που μετακόμισαν σε τόπους χλοερούς. Η κουβέντα περιείχε άφθονα φιλοσοφικά συμπεράσματα (η υγεία είναι το παν αλλά δεν το εκτιμούμε μέχρι να το χάσουμε, η ζωή είναι λίγη και πρέπει να την χαιρόμαστε, τα πλούτη μένουν εδώ και δεν αγοράζουν την υγεία κλπ, κλπ), πολλές μακάβριες λεπτομέρειες (δε θέλω να σας τις πω), πολλές ανακλήσεις (θυμάσαι τον ξάδελφο της διπλανής μας που είχε μια ελιά? Ήταν τελικά κακόηθες μελάνωμα και πέθανε μέσα σε 6 μήνες), πολλές υπενθυμίσεις (εεκείνος ο θείος σου τελικά πέθανε? Έχεις μάθει? ), πολλές ενημερώσεις (αυτός που έχτισε την πολυκατοικία στη γωνία, τα έμαθες? Είχε καρκίνο στομάχου, το έμαθε ξαφνικά και σε δύο μήνες πέθανε), πολλές διαπιστώσεις (η Ελενίτσα πέθανε πολύ νέα, αυτός ο καρκίνος του μαστού θερίζει).....
Η κυρία μου σηκώθηκε, πάτησε το κουδούνι και κατεβήκαμε στην επόμενη στάση. Περπατήσαμε 3 στάσεις μέσα στο κρύο αλλά δε με ένοιαζε. Πήγαμε στο DVD club, νοίκιασε μια ταινία με τον James Bond, γύρισε σπίτι, έβαλε τις πιζάμες με τα σκυλάκια, χώθηκε στο κρεβάτι της και βυθίστηκε στο έσχατο σημείο της εξαθλίωσης βλέποντας τον πράκτορα να διεκπεραιώνει τις αποστολές του. Καλύτερα έτσι παρά με φάρμακα.....

Δεν υπάρχουν σχόλια: