30/12/10

Ο ΠΑΧΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΣΕ ΝΕΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ

Ο Παχουλός Κύριος είναι ανάστατος αυτές τις μέρες. Του έχουν πέσει πολλά μαζεμένα και δεν αντέχει ο καημένος! Τον συνέλαβε η κυρία μου χτες το πρωί χωμένο σε ένα κουτί με εργολάβους που είχαν καταφθάσει φρεσκότατοι. Είχε βάλει δύο μέσα στο στόμα του και τους άλεθε γρήγορα για να προσθέσει τους επόμενους. Κακόμοιροι εργολάβοι!
Σήμερα, όπως και τις περισσότερες μέρες πήγαμε πολύ πρωί με την κυρία μου στη δουλειά. Όταν φτάνουμε βρίσκουμε εκεί πάντοτε το Διευθυντικό Στέλεχος και λίγο αργότερα καταφθάνει και ο Παχουλός Κύριος, ξεφυσώντας συνήθως για κάποιο πρόβλημα του.
Για ελάχιστα λεπτά την προσοχή του αποσπούν τα κουλούρια Θεσσαλονίκης που φέρνει καθημερινά το Διευθυντικό Στέλεχος. Κατευθύνεται στο πάνω μέρος του ψυγείου που τα αφήνει και αρχίζει να τρώει. Το Διευθυντικό Στέλεχος δυσανασχετεί εμφανώς και κάνει γκριμάτσες στην κυρία μου αλλά ο Παχουλός Κύριος τρώει απερίσπαστος.
Έτσι περίπου έγινε και σήμερα το πρωί. Μπήκαμε φουριόζοι με την κυρία μου στο γραφείο και βρήκαμε το Διευθυντικό Στέλεχος με ξυνισμένη μούρη να ανακατεύει κάτι χαρτιά και τον Παχουλό Κύριο όρθιο πάνω από το ψυγείο να τρώει τα κουλούρια.
Σε μια στιγμή το Διευθυντικό Στέλεχος σηκώθηκε να πάει στο γραφείο του που είναι δίπλα. Η κυρία μου πρόσεξε ότι φορούσε καινούργια διευθυντικά παπούτσια. Ήταν (όπως πάντα) χαμηλά, καρώ και με καρώ φιόγκο.
- Α, αναφώνησε, με γεια τα παπούτσια! Ωραία είναι! Από πού τα πήρατε?
- Από την Πατησίων, είπε με το μόνιμο ξυνισμένο ύφος το Διευθυντικό Στέλεχος την ώρα που απομακρυνόταν για το γραφείο του.
Και ενώ το Διευθυντικό Στέλεχος είχε φύγει και δεν άκουγε, λέει ο Παχουλός Κύριος στην κυρία μου, το εξής μεγαλειώδες :
- Ποντικός κουδούνια εφόρει κι αν τα εφόρει ποιος τόνε θώρει....

19/12/10

ΝΕΟΣ ΕΝΟΙΚΟΣ!

Κατέφθασε σπίτι ο Λευτέρης! Επιτέλους μια νότα χαράς!
Από το καλοκαίρι που συχωρέθηκε ο Μήτσος είχα πέσει σε μαύρη θλίψη. Άδικα πήγε ο φουκαράς! Και τό΄ λεγε η κυρία μου όταν θα έφευγαν για διακοπές. "Παίρνουμε μαζί το Τζιτζιφρίγκο, ας πάρουμε και το Μήτσο". Είχανε χαρίσει βλέπεις την πρόχειρη γυάλα του και η άλλη, η μεγάλη, ήταν δύσκολο να μεταφερθεί στο Χωρίο Της Επαύλεως που θα πηγαίναμε διακοπές. Μέχρι ένα σημείο θα τον φρόντιζε η Τάνια, η γιαγιά του Ντίντη. Περίσσευαν όμως 3 μέρες μέχρι να επιστρέψουμε εμείς όλοι.
Μετά από πολλή σκέψη και σχέδια αποφάσισαν τελικά να πουν στην Τάνια να πάει το Μήτσο στο γέρικο ζεύγος του ισογείου. Αρχές Αυγούστου ποιον ήθελαν να βρουν να δώσουν το Μήτσο να τον φυλάει? Η κυρία μου έβλεπε αυτή τη λύση ως έσχατη και ίσως μοιραία και όπως αποδείχτηκε είχε δίκιο. Τελικά, τον πήγαν στα γερόντια.
Ως συνήθως, η έξυπνη η κυρία μου έκανε την άρνηση της να πάρει τηλέφωνο το θήλυ γερόντιο να ρωτήσει για την υγεία του Μήτσου. Ευελπιστούσε ότι ήταν καλά.

Ο Μήτσος ήρθε σπίτι μας προ 8ετίας. Τον έφεραν τα μικρά αφεντικά μου μέσα στην πρόχειρη πλαστική γυάλα μεταφοράς του, κατευθείαν από το πανηγύρι του Αγίου Δημητρίου. Τον βαφτίσαμε τιμής ένεκεν Μήτσο. Ήταν ένα κοινό μικρό χρυσόψαρο. Τον είχαμε μη στάξει και μη βρέξει. Μεγάλωσε και έγινε κοτζάμ χρυσόψαρο. Τριπλασίασε τουλάχιστον το μέγεθος του! Του έλεγα "Μην τρώς τόσο πολύ Μήτσο, δεν είσαι πια παιδί, έχεις γεράσει. Πρόσεξε τη διατροφή σου, σέρνεται χοληστερίνη". Τίποτε αυτός! Είχε καταντήσει να τρώει το φαγητό από το δάχτυλο της κυρίας μου, που ούτε εγώ δεν το έχω κάνει! Τον είχα δει. Έβγαζε έξω από το νερό το κεφάλι του και έπαιρνε από τα δάχτυλα της κυρίας αυτές τις αηδιαστικές φλοίδες που έτρωγε. 
Τον θαύμαζαν μαγεμένα τα παιδάκια που έρχονταν σπίτι μας να κολυμπάει γύρω από το φυτό του. Ζούσε σε μία μεγάλη γυάλα, γεροντοπαλλήκαρο κι αυτός σαν και μένα, με τα σέα του και τα μέα του (φίλτρα, καλό φαγητό, καθαριότητα κλπ). 
Όταν γυρίσαμε σπίτι από τις διακοπές η κυρία μου πήγε κατευθείαν στα γερόντια τα οποία βρήκε με ένοχο ύφος να ψελλίζουν πόσο σταναχωρημένα ήταν. Τι να σας λέω ... πάει ο φουκαράς ο Μήτσος! Δεν τους έκοψε να βάλουν το φίλτρο στην πρίζα και ο Μήτσος μας έζησε τόσα χρόνια για να πάει άδοξα και αναπάντεχα από τη ΔΕΗ. Ο κύριος μου ως πιο ψύχραιμος τον κατευόδωσε στην τελευταία του κατοικία διότι η κυρία μου ήτο απαρηγόρητη κι εγώ ομοίως.
Όλοι στεναχωρήθηκαν στο σπίτι. Η γιαγιά Σοφία κόντεψε να σκάσει, σκυλόβριζε μέσα από τα δόντια της τα γερόντια. Τα μικρά αφεντικά μου κατηγόρησαν τους γονείς τους ότι κακώς τον άφησαν στο έλεος των γειτόνων. Όλοι όσοι τον γνώριζαν και θαύμαζαν τη μακροζωία του στεναχωρήθηκαν.

Ώσπου χτες πήγε η κυρία μου στον Υδάτινο Κόσμο και έφερε το Λευτέρη. Ζούσε σε ένα μεγάλο ενυδρείο γεμάτο μικρά χρυσόψαρα φίλους του, ώσπου ένας κύριος με μια απόχη τον πήρε και μας τον έβαλε σε μία σακούλα, την έδεσε αριστοτεχνικά και μας την έδωσε με το Λευτέρη μέσα. Το μέρος ήταν γεμάτο ενυδρεία με περίεργα ψάρια και το κατάστημα είχε πολλή πελατεία η οποία δεν ενδιαφερόταν καθόλου για ένα ταπεινό χρυσόψαρο. Η κυρία μου φορτώθηκε τη σακούλα με το Λευτέρη και τα υπόλοιπα ψώνια της και πήρε το δρόμο για το σπίτι ποδαράδα.
Στο σαλόνι περίμενε πεντακάθαρη η γυάλα και ο Χόλιους ανέλαβε την τελετή μετακόμισης από τη σακούλα στη γυάλα. Το Πανελλήνιο ρίγησε από χαρά.
Σας παρουσιάζω με υπερηφάνεια το νέο ένοικο του σπιτιού μας. Είναι λίγο μικρούλης, μια σταλιά αλλά θα μεγαλώσει. Είναι ο Λευτέρης!


Νάτος, έρχεται! Κοιτάζει ήδη που θα πάει!


Ο τελετάρχης Χόλιους επιλαμβάνεται της μετακόμισης!
Τα πλήθη παραληρούν! (κλαπ κλαπ κλαπ)
Καλώς όρισες Λευτέρη!
   

20/11/10

Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΚΡΙΣΕΙΣ

Αχ, έχω κουραστεί από αυτή τη διαρκή κρίση. Πότε επιτέλους θα περάσει για να ξεμπερδεύουμε? Όπου και να γυρίσω να κοιτάξω, για κρίση ακούω και κρίση βλέπω. Κινδυνεύω να πέσω σε αφωνία με τόση κρίση γύρω μου! Καναρίνι είμαι, δεν είμαι υπεράνθρωπος!
Είπα λοιπόν τις προάλλες να ξεσκάσω λίγο και πήγα με την κυρία μου το πρωί στη δουλειά της. Είχα απεθυμήσει τον Παχουλό Κύριο, την Ξανθιά Κυρία, το Διευθυντικό Στέλεχος, τα παιδιά του Γραφείου, την κυρία μου να πηγαινοέρχεται...
Στολίστηκα, έβαλα μια φθινοπωρινή πελερίνα και καρφιτσώθηκα ως καρφίτσα-τροπικό άνθος (δώρο της Ξανθιάς Κυρίας από ένα ταξίδι της στην Ταϋλάνδη το πάλαι ποτέ) στο πουκάμισο της κυρίας μου. Ωραία περνούσα ως καρφίτσα μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο στο γραφείο της κυρίας μου.
"Ναι?", απάντησε ροκανίζοντας ένα κουλουράκι με τυρί ρεγκάτο, λυγίζοντας από τις τύψεις των θερμίδων. Η φωνή ήτο γυναικεία και μελιστάλαχτη.
"Η κυρία του Άσπρου Καναρινιού?"
"Μάλιστα, εγώ", απάντησε εκείνη καταπίνοντας ένα ψίχουλο.
Η φωνή συνέχισε κάτι να λέει και η κυρία μου άκουγε με προσήλωση. Το κουλουράκι απέμεινε μετέωρο.
Ξάφνου την προσοχή μου τράβηξε μια μύγα που μπήκε δεν ξέρω από πού και άρχισε να ζουζουνίζει δίπλα στο φυτό της βιβλιοθήκης. "Μπα" σκέφτηκα "υπάρχουν μύγες τέτοια εποχή?"
Την επόμενη ακριβώς στιγμή άκουσα ένα γδούπο και είδα τη γνωστή από άλλα έργα εικόνα του πεσμένου σώματος στο πάτωμα και του ακουστικού του τηλεφώνου που αιωρείται δίπλα στον λιποθυμισμένο. Κατατρόμαξα! Πέταξα με μιας την πελερίνα μου και ανασκουμπώθηκα να συνεφέρω τη δύστυχη κυρία μου!
Να μη σας τα πολυλογώ, ειδικευμένο στις πρώτες βοήθειες καθώς είμαι, κατάφερα να τη στήσω με χίλιους κόπους στα πόδια της. Μισοζαλισμένη ακόμα κατάφερε να συνεχίσει τη συνομιλία με την κυρία, ψελλίζοντας μια αδύναμη δικαιολογία.
Η Κυρία Του Τηλεφώνου ήταν γραμματέας σε συγγενική υπηρεσία με τη δική μας, στην άλλη άκρη της Αθήνας. Ο λόγος που πήρε τη δική μου κυρία ήταν για να της ανακοινώσει ότι επελέγει ως κριτής υποψηφίων για μία θέση διορισμού στην υπηρεσία αυτή.
Μόλις το έμαθα, τα πούπουλα μου σηκώθηκαν όρθια από τη φρίκη και έκρινα με μιας και χωρίς δεύτερη σκέψη ότι σωστά λιποθύμισε η δικιά μου.
Προς στιγμήν σκέφτηκε να αρνηθεί. Μετά θυμήθηκε ότι υπήρξε (κάποτε, παλιά, πολύ παλιά) και η ίδια στη θέση αυτή του αναμένοντος μια κρίση και αποφάσισε να μην παρατείνει μια ήδη παρατεταμένη διαδικασία (λόγω σωρείας παραιτήσεων) σε βάρος ανθρώπων με οικογένειες και υποχρεώσεις.
Την επόμενη μέρα ξαναπήγα μαζί της στη δουλειά για να δω τις εξελίξεις. Όχι, που θα έχανα τέτοια γεγονότα. Κατά το μεσημεράκι ήρθε ο Κύριος Των Ταχυμεταφορών κουβαλώντας ένα τεράαααστιο κουτί γεμάτο - δε θα το πιστέψετε - 45 τόμους βιογραφικών! 45 υποψήφιοι για μία θέση! Το πιστεύετε? Το ξέρω ότι εσείς οι άνθρωποι το πιστεύετε και το έχετε συνηθίσει αλλά εγώ τρόμαξα.


Ζαλωθήκαμε τα βιογραφικά σε 5 μεγάλες τσάντες και τα φέραμε σπίτι. Η κυρία μου ήταν απελπισμένη. Τα αράδιασε στο σαλόνι, όχι μόνο στον καναπέ και τις πολυθρόνες αλλά και στο πάτωμα και στο σύνθετο και στα τραπεζάκια. Σας επισυνάπτω τη σχετική φωτογραφία αν δε με πιστεύετε. Άλλα βιογραφικά ήταν χοντρά και ασήκωτα, πολυσέλιδα και λεπτομερή, δεμένα σαν βιβλία. Άλλα ήταν μέσα σε ντοσιέ, σε πλαστικούς ή χάρτινους φακέλους, άλλα είχαν πολύπλοκους συνδετήρες, συρραπτικά, άλλα ήταν μέσα σε ζελατίνες... Χαμός! έπιασαν όλο τον τόπο!

 

Από τότε περνάμε δημιουργικά όλα μας τα απογεύματα. Διαβάσαμε τους νόμους, ξαναδιαβάσαμε τους νόμους. Ένα σωρό απορίες προέκυψαν από το διάβασμα.
Μετά μας είπαν ότι βγήκαν νεώτερες αποφάσεις και διευκρινίσεις. Άντε βρες τες. Άλλες απορίες. Άλλες υποθέσεις για πιθανές ερμηνείες.
Μετά οι απορίες ήθελαν ειδικό για να απαντηθούν. Άντε επίσημες ερωτήσεις στο αρμόδιο νομικό όργανο. Άντε περίμενε απαντήσεις.
Παράλληλα πήραμε μια ιδέα των υποψηφίων. Δε λέω λεπτομερή. Λέω ένα απλό, επιπόλαιο ξεφύλλισμα των βιογραφικών. Μας έφαγε μία εβδομάδα.
Κοντεύει να περάσει ο μήνας και βρισκόμαστε ακόμα σε ένα χάος. Αναγκάστηκα να ακυρώσω όλες μου τις προγραμματισμένες συναυλίες σε κάτι δάση. Και εκλιπάρησα τον ατζέντη μου να πάρει παράταση για την παράδοση του τόμου των μελωδιών μου στον εκδοτικό οίκο. Δε γίνεται! Πρέπει να τη βοηθήσω!

Πάντως, θα ήθελα να καταγράψω τα εξής με αφορμή αυτή την αρχόμενη εμπειρία :
1. Η επιλογή της κυρίας μου ήταν με κλήρωση ανάμεσα σε ομοίους της.
Πάντα πίστευε (η ίδια, οι υπόλοιποι και όλοι φαντάζομαι) ότι κριτές των θέσεων στη δουλειά της γίνονται διάφοροι ημέτεροι, φίλοι των κυβερνώντων, ξάδελφοι των ισχυρών, μέλη των κομμάτων της εκάστοτε εξουσίας κλπ.
Ομιλώντας δια το παρόν, τούτο δεν ισχύει διότι η κυρία μου ως γνωστόν, είναι ένα είδος τελευταίου τροχού της αμάξης. Το ότι την έβαλαν ήταν απολύτως τυχαίον και για να ακριβολογώ απολύτως ατυχές (ομιλώ δι εμέ, τας συναυλίας μου και το μελωδικόν έργον μου που εισέτι μπήκε στην κατάψυξη)!  
Το γεγονός ενισχύεται από τον αριθμό των θέσεων προς κρίση που δειλά δειλά προβάλλουν, (λόγω συνταξιοδοτήσεων και αναγκαίων αντικαταστάσεων) και τον αριθμό των απελπισμένων κριτών που ορίστηκαν και αυτοί με κλήρο και τηλεφωνούν έντρομοι ο ένας στον άλλο ζητώντας διαφώτιση για το τι πρέπει να κάνουν!





2. Μέχρι τούδε ουδείς τηλεφώνησε, ουδείς πέρασε τυχαία από τη δουλειά μας να μας δει, ουδείς προσπάθησε με κάποιο τρόπο να επέμβει στη διαδικασία της κρίσης υπέρ του δείνα ή του τάδε.
Και πάλι αντίθετα από ό,τι πίστευε η κυρία μου και όλοι φαντάζομαι. Δεν ξέρω για αργότερα αλλά μέχρι τώρα τίποτα. Σιγή ιχθύος. 

3. Είναι εντυπωσιακό αλλά και λυπηρό ταυτόχρονα πόσα, μα πόσα, προσόντα έχουν σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι! Από τους 45, τουλάχιστον οι 35 έχουν πολλά προσόντα.
Είναι ο ένας καλύτερος από τον άλλο! Άνθρωποι με σπουδές και παρασπουδές, με οικογένειες οι περισσότεροι και παιδιά, να αγωνιούν (ή μήπως πρέπει να γράψω άλλο ρήμα?) για μία θέση. Λυπηρό, διότι οι υπηρεσίες σαν της κυρίας μου είναι γεμάτες άχρηστους τεμπέληδες ευθυνόφοβους άσχετους και καθηλωμένους στις προ του 1800 γνώσεις, οι οποίοι ψάχνουν καθημερινά τρόπους να λουφάρουν, να αποφύγουν, να φορτώσουν, να γλυτώσουν...
Παράλληλα όμως, προσπαθούν με νύχια και με δόντια, να βρουν τρόπους για να ΜΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΘΟΥΝ ει δυνατόν ποτέ! Το πιστεύετε? Και όμως!!! Θυμίζουν εκείνες τις χοντρές γάτες που αρπάζονται από ένα τραπέζι, βγάζουν τα νύχια τους κι εσύ τις τραβάς ενόσω αυτές χαράζουν το τραπέζι στην προσπάθεια τους να μην αποκολληθούν. 
Αν κάποιοι χάρηκαν για το συνταξιοδοτικό, ήταν αυτοί!  Έβαλαν πλώρη για τα 67 και ορέγονται τα 70 για να φύγουν! Δε συζητώ ότι πολλοί από αυτούς μαγείρεψαν μέχρι και πιστοποιητικά γεννήσεως για να βρεθούν 3 και 4 χρόνια μικρότεροι! 
Έλεος! Αφήστε τους νέους να δουλέψουν! Παραδεχτείτε ότι, για το καλό όλων μας, πρέπει να ανανεωθούμε!

Και μετά από αυτό το πατριωτικό - λυρικό ξέσπασμα που αντέγραψα επακριβώς από το μυαλό της Τσιριμπόμ - κυρίας μου επανέρχομαι στην πραγματικότητα και με συγχωρείτε για την παρέκκλιση. 

4. Ποίος θα κρίνει τους κρίνοντας?
Από όσο είδα κι εγώ, ως ειδήμον καναρίνι, δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά αυτή η κρίση και η κάθε τέτοιου είδους κρίση. Ο νόμος διαγράφει ένα αδρό πλαίσιο αλλά ουσιαστικά ο κριτής καλείται να κρίνει υποκειμενικά. Όσο και να λέμε ότι θα προσπαθήσουμε να μην αδικηθεί κάποιος, οι 44 θα έχουν κάποια παράπονα, μικρά ή μεγάλα. Άλλο άγχος αυτό για την κυρία μου. Και καλά αυτή. Τι γίνεται αλήθεια όταν κριτής οριστεί ένας από τους παραπάνω άχρηστους? Πώς άνθρωποι οι οποίοι επί χρόνια δεν μπορούσαν να μοιράσουν στη δουλειά τους δυο γαϊδουριών άχυρα, θα κρίνουν υποψηφίους για τέτοιες θέσεις?

Μάλλον πρέπει να σταματήσω και να πάω στην μπανιέρα μου για ένα αναζωογονητικό μπάνιο. Πολλά είπα και άρχισα να ξεφεύγω από τον έλεγχο.

Πάντως χτες το βράδυ που έβλεπα το δικό μου βόδι (την κυρία μου) χωμένο στα βιογραφικά να καταγράφει με λεπτομέρεια τα προσόντα των υποψηφίων στα κιτάπια της, δε μπόρεσα να μη γελάσω πικρά με όσα πρόβαλλε η τηλεόραση : 4 μαντράχαλοι με φανελάκια, να γελάνε, να μιλάνε, να λένε εξυπνάδες, ατάκες, χαριτωμενιές, σε μια επιτυχημένη βραδινή εκπομπή.
Πόσα λεφτά άραγε να πληρώνονται αυτοί? Πόσα θα πληρωθεί ο 1 από τους 45 που θα διοριστεί σε κανένα χρόνο και βάλε? Οι υπόλοιποι 44  πού θα υπο-απασχοληθούν, από ποιο καθεστώς δουλείας θα απορροφηθούν? Και πόσοι θα καταφύγουν στο εξωτερικό, αριθμοί που εμπλουτίζουν τη λίστα των επιστημόνων που μεταναστεύουν?

Σταματάω πάραυτα. Τον έχασα τον έλεγχο, τον έχασα... 
      

   

26/10/10

ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΚΟΤΕΣ !

Από δω την είχε η Βερενίκη, από κει την είχε η Βερενίκη, της απέσπασε την υπόσχεση να πάει σπίτι της στις 6.30 το απόγευμα. Διαμαρτυρήθηκε αλλά όχι σθεναρά. Είναι γνωστό ότι δεν μπορεί να πει "όχι". Το ξέρετε από παλαιότερες περιπέτειες της. Ψέλλισε ένα "το ξέρεις ότι δεν είμαι εγώ γι΄ αυτά" αλλά η Βερενίκη αγρόν ηγόρασεν. Έσκυψε το κεφάλι και πήγε. Με πήρε και μένα μαζί για να μαθαίνω. Μου είπε επακριβώς "σήμερα Τζιτζιφριγκούλη θα μεταμορφωθούμε σε κότες". "Αχ, ωραία!", είπα. "Μ΄αρέσει να μπαίνω σε ρόλους! Τι καλά! Θα περάσω τέλεια!"
Στο πάντα περιποιημένο και φτιαγμένο με γούστο σπίτι της Βερενίκης πήγαμε ελαφρώς καθυστερημένοι γιατί η κυρία μου χρονοτριβούσε προσπαθώντας να αποφασίσει τι να φορέσει. Ήξερε ότι θα περάσει από το κοτίστικο μικροσκόπιο και είχε αγχωθεί. Πείτε μου, δεν είναι χαζή?
Στο κομψό σαλόνι ήταν παραταγμένες οι κότες. Μεσήλικες, προσεκτικά ντυμένες, κοιτούσαν κρυπτοεξεταστικά η μία την άλλη και αλληλοζυγίζονταν. Μιλούσαν περί προσεκτικών ανέμων και υδάτων. Ο καιρός, τα παιδιά ... Λέξη για δύσκολα θέματα. Και είχαν όλες τους ένα βουνό από τέτοια! Αποτυχία στην αποτυχία! 
Κάτσαμε κι εμείς και βουτηχτήκαμε στην υποκρισία. Διότι περί υποκρισίας επρόκειτο. Άρχισε να αναδεύεται το στομάχι της κυρίας μου. Την έκανα χάζι...  Έχωσε τη μύτη της στον καφέ της εκδηλώνοντας ζωηρή προσήλωση στο φλυτζάνι και το πιατάκι.

Προσφέρθηκαν γλυκάκια αλλά δηλώσαμε οπαδοί μιας πρόσφατης προσεγμένης διατροφής. Με την εντολή της οικοδέσποινας μετακομίσαμε αδιαμαρτύρητα από τους καναπέδες στο τραπέζι που ήταν κατειλημμένο ολόκληρο από .... τάπερ. Μικρά, μεγάλα, μωβ, γαλάζια, διαφανή, μύλοι, σπάτουλες, κουτάλες, μπωλ και καπάκια.... Οι κότες μαζεύτηκαν γύρω γύρω και η αρχικότα άρχισε να τα επιδεικνύει και να τα εκθειάζει. Λες και ήταν κάτι το απίθανο, το εκπληκτικό, το πρωτοποριακό! Σούρθηκε και η δικιά μου μη μπορώντας να κάνει αλλιώς. Η αρχικότα της έκανε δώρο για να τη δελεάσει να προσέξει, ένα χωνάκι (όχι παγωτό δυστυχώς) που εκείνη δεν το ήθελε αλλά την έβαλε να το πάρει με το ζόρι (το γνωστό πρόβλημα με τα "όχι"). Έδωσε σε όλες ένα βιβλιαράκι για να βλέπουν όλα τα καταπληκτικά αυτά προϊόντα και να διαλέξουν με την ησυχία τους ενώ εκείνη περιέγραφε όσα ήταν ήδη στο τραπέζι. Η κυρία μου είχε ξεχάσει τα γιαλιά της και δεν έβλεπε χριστό αλλά έκανε ότι διάβαζε για να γλυτώσει τις κουβέντες. Και ωωωωω! υπήρχαν πολλές κουβέντες γύρω μας!!! Και συγκρίσεις!! Πολλές συγκρίσεις!!! Το τάδε σκεύος, έλεγε η χοντρή κότα, είναι καταπληκτικό, της το είχε κάνει δώρο η μαμά της το παλιό, πριν παντρευτεί αλλά τώρα θα αγόραζε την καινούργια, βελτιωμένη έκδοση! Έχετε εκείνη τη σειρά που στραγγίζει το καρπούζι?, ρωτούσε η ξερακιανή κότα. Αχ, τα τάπερ με τις βαλβίδες είναι καταπληκτικά, αναφωνούσε η φραγκόκοτα, διατηρούν τα λαχανικά δυο βδομάδες στο ψυγείο.
Και δώστου σχόλια για να ανέβει το κασέ! Να πάρει και τα δώρα η οικοδέσποινα αναλόγως του τζίρου των κορόιδων... Οι δε τιμές? Πανακριβουδερί. Ένα σκατουλάκι που κόβει τους μαϊντανούς 53 ευρώ! Γιατί δηλαδή να μην τους κόψει κάποιος στο χέρι? Θα γλυτώσει και το νερό που θα πλύνει το σκατουλάκι - κόφτη μετά (και τα 53 ευρώ με τα οποία μπορεί κάλλιστα η κυρία μου πχ. να αγοράσει μερικά πόμολα για τα συρτάρια της κουζίνας της Επαύλεως!!!).
Η κυρία μου βυθίστηκε σε αυτόν τον άγνωστο κοτίστικο κόσμο και νόμιζε ότι άκουγε κινέζικα. Τι ήταν όλα αυτά? Με τι ασχολούνται αυτές οι γυναίκες? Είναι δυνατόν? Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι συμμετείχε σε αυτόν τον ακαταλαβίστικο για αυτήν κόσμο. Και επειδή πρώτον, δεν την ενδιέφεραν όλα αυτά και δεύτερον, δεν έβλεπε χωρίς τα γιαλιά της, .... απέδρασε προς τις νοερές ασχολίες της ενώ οι κότες κακάριζαν.
Έφτιαξε το αυριανό πρόγραμμα της στο γραφείο και σχεδίασε μάνι μάνι δύο εργασίες για τους νεώτερους συναδέλφους, ανασκόπισε τα ντουλάπια της κουζίνας και κατέγραψε τις ελλείψεις για μια βόλτα στο σούπερ μάρκετ, σημείωσε να πάρει τη γιαγιά - Σοφία τηλέφωνο και να αγοράσει στην επιστροφή πίτες για σουβλάκια.
Την προσοχή της απέσπασε η ερώτηση της αρχικότας για το αν επιθυμούσε να παραγγείλει κάτι που της άρεσε. Όρμησα και τη συγκράτησα. "Μηηηη", ούρλιαξα στον εγκέφαλο της, "μην το κάνεις, δεν αξίζει τον κόπο. Τελειώνουμε σε λίγο και θα φύγουμε. Μη γίνεις αγενής τώρα στο τέλος". Με άκουσε. Θυμήθηκε ευτυχώς τις βαλβίδες και ζήτησε ένα τάπερ με βαλβίδες. Πάνε 15 ευρώ, έκαναν φτερά για ένα άχρηστο πράγμα!
Η αρχικότα όμως, πολύ σοφά εκπαιδευμένη, συνέχισε το μαρκάρισμα, προσφέροντας ένα δώρο (ένα τάπερ φυσικά) ως δέλεαρ για να οργανωθεί μια ίδια παράτα σε ένα άλλο σπίτι (θύματος). Η δικιά μου είχε φορτώσει πλέον άσχημα, καταλάβαινα την καταιγίδα που πλησίαζε. Την ξέρω καλά βλέπετε! Πήγα να πάρω μέσα τα ρούχα και να μαζέψω τις τέντες! Με ελαφρώς στίλβον όμμα επέστρεψε το τάπερ με δηλητηριώδες χαμόγελο και στάθηκε αμετακίνητη στις προτροπές. Σε λίγο θα άρχιζε να ουρλιάζει. Η δε ορολογία που χρησιμοποίησε η αρχικότα λίγο έλειψε να ξεχειλίσει το ποτήρι : "(γλυκερό ύφος) Και αν κάποια κυρία κανονίσουμε να μας προσφέρει ένα καφεδάκι...." μετάφραση : εάν βρεθεί ένα επόμενο βόδι από όσα είναι εδώ μέσα, να μαζέψει στο σπίτι του μερικά άλλα βόδια για να πουλήσουμε κανένα τάπερ ακόμα...
Η ομήγυρις μετά τις παραγγελίες μετακόμισε εκ νέου στο σαλόνι. Και ιδού! Μία εκ των κοτών ξεκίνησε την κουβέντα περί ασθενειών διαφόρων γνωστών, που έπαθαν αυτό και εκείνο και κόλλησαν το χι και το ψι. Ναι, ναι, κακάριζαν όλες μαζί, ενθυμούμενες όλες και κάθε μία ξεχωριστά λυπηρά περιστατικά ανίατων και ιάσιμων περιπετειών. Όταν άκουσε η κυρία μου και το απόφθεγμα "εγώ τους λέω στη δουλειά να σκεπάζουν τον καφέ τους γιατί θα κολλήσουν φυματίωση" εεεεε.... δεν άντεξε πλέον. Πόσα μαρτύρια να υποφέρει ένας άνθρωπος σε 2 ώρες? Σηκώθηκε, έβαλε βιαστικά το μπουφάν της και έφυγε.
Έκλεισε την πόρτα σε αυτόν τον άγνωστο, ηλίθιο, άχρηστο κόσμο και έτρεξε στον δικό της. Τα "Τετράδια του Δον Ριγοβέρτο" την περίμεναν εναγωνίως...

 

23/10/10

Ο ΠΑΧΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΟΣ

Η κυρία μου είναι τόσο απασχολημένη με τα χαρτιά της τον τελευταίο καιρό που με το ζόρι μου ρίχνει ένα βλέμμα. Έχει να γράψει "οδηγίες προς ναυτιλομένους", να ετοιμάσει κάπου 10 εργασίες για παρουσιάσεις και διάφορα κείμενα για περιοδικά ("πώς να μαδάτε τα φρύδια σας χωρίς να πονάτε", "μικρά μάτια - μεγάλη ψυχή", "η φλυαρία ως προσόν" κλπ.).  Όταν έρχεται από τη δουλειά, βγαίνει στο μπαλκόνι, μου λέει ένα "Τζιτζικούλη μου τι κάνεις?" εκεί που κρέμομαι και εξαφανίζεται στα ενδότερα και στα επιστημονικά βιβλία της. Βέβαια αυτή δε γνωρίζει ότι τις περισσότερες φορές την ακολουθώ στη δουλειά και ξέρω όλα όσα συμβαίνουν με το νι και με το σίγμα...
Όπως για παράδειγμα τις προάλλες.
Στιγμιότυπο 1.
Ακολουθεί επεξηγηματική Παρένθεση.
Συνάδελφοι της κυρίας μου είναι ο Παχουλός Κύριος και η Ξανθιά Κυρία. Πριν από 20 χρόνια που η κυρία μου πρωτοπήγε (κοριτσάκι) στη δουλειά αυτή, τους βρήκε εκεί, 20 χρόνια νεώτερους και ίδιους σε κιλά. Παχουλός ο μεν, Ξανθιά η δε. Μαζί τους ήταν από τότε και το Διευθυντικό Στέλεχος, ίδιο και απαράλλαχτο στη γκρίνια. Την Dream Team συμπλήρωνε ο Γεροντοκόρος Κύριος με το Βαμμένο Μαλλί που τότε ήταν ο Γεροντοκόρος Κύριος με το Άβαφο Μαλλί. Έξω από το χώρο των γραφείων του τμήματος που δουλεύουν όλοι, βρίσκεται ένα μεγάλο γραφείο με χώρους για βιβλιοθήκες και δύο μικρότερα γραφεία όπου κατοικοεδρεύουν ο Παχουλός Κύριος με την Ξανθιά Κυρία. Είναι λίγο απομονωμένοι είναι η αλήθεια αλλά μήπως βρίσκονται και καθόλου στα γραφεία τους? Όλο μες τα πόδια των υπολοίπων γυρίζουν. Κλείνει η παρένθεση.

Η Ξανθιά Κυρία είναι φανατικοτάτη αντικαπνίστρια παρότι στο σπίτι της σχεδόν καλλιεργούνται καπνόδεντρα. Ο καθείς βγάζει τα απωθημένα της εξουσίας εκεί που μπορεί και εκεί που τον παίρνει. Ο Παχουλός Κύριος πάλι είναι σύζυγος ενός Κερβέρου ονόματι Κίρκας. Εννοείται ότι επί βασιλείας Κίρκας το κάπνισμα απαγορεύεται δι΄ αποκεφαλισμού. Ο φουκαράς Παχουλός Κύριος δεν είναι συνειδητός καπνιστής. Του αρέσει να κάνει ένα δύο τσιγαράκια το πρωί, συνήθως με την κυρία μου, τετ α τετ κουβεντιάζοντας και καλαμπουρίζοντας. Υπάρχει στο χώρο της δουλειάς τους ένα μικρό δωματιάκι με ντουλάπες όπου συνήθιζαν να καταφεύγουν τα πρωινά και να ξεσαλιάζουν. Ο Παχουλός Κύριος καπνίζει επίσης στις υποχρεωτικές υπερωρίες του (βλέπουμε όλοι τις γόπες ανάποδα στη λεκάνη της τουαλέτας) και όποτε αγχώνεται, συνήθως όταν πρέπει να πάρει μόνος του μια απόφαση... Κατά τα άλλα μπορεί να μην καπνίσει για μέρες. 
Τώρα με τον καινούργιο νόμο της απαγόρευσης του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους αναδύθηκε το πρόβλημα. Πού θα γινόταν το πρωινό τσιγάρο? Ο Παχουλός Κύριος πέρασε μια κρίση. Σκεπτόταν πυρετωδώς και συσκεπτόταν με την κυρία μου καταστρώνοντας επιτελικά σχέδια. Το επόμενο πρωί αποσύρθηκαν στο γραφείο του Παχουλού Κυρίου και οργίασαν. Ο Παχουλός Κύριος κατασκεύασε ένα αυτοσχέδιο τασάκι από χαρτιά βρεγμένα και επιδόθηκε στο πάθος του! Άνοιξαν μετά τα παράθυρα και έφυγαν ως Αγνές Παρθένες για το Μεγάλο Γραφείο της συνύπαρξης όλων. Κατέπλευσε σε λίγο η Ξανθιά Κυρία ημιέξαλλη και απευθυνόμενη στον Παχουλό Κύριο : "Ιορδάνη μου, δεν το πιστεύω ότι κάπνισες μέσα στο γραφείο! Πώς μπόρεσες! Ξέρεις πόσο με ενοχλεί και ξέρεις επίσης ότι πλέον απαγορεύεται. Σε παρακαλώ να μην το ξανακάνεις!". Η Ξανθιά Κυρία είχε διάχυτα πουά εκνευρισμού στο πρόσωπό της. Ο Παχουλός Κύριος πήρε με μιας ένα απορημένο, έκπληκτο και αθώο ύφος. "Τζέλλα μου", φώναξε πνιγμένος στο δίκιο, "δεν ήμουν εγώ. Εγώ δεν καπνίζω πο-τέ μέσα στο γραφείο! Από κάτω έρχεται ο καπνός. Βγαίνουν έξω από τα γραφεία τους οι αποκάτω, για να καπνίσουν στον περίβολο και ο καπνός ανεβαίνει και μπαίνει από το ανοιχτό παράθυρο! Γι αυτό σου μυρίζει!!"
Ένα βήμα πριν την αποπληξία, η Ξανθιά Κυρία αποχώρησε ουρλιάζοντας "για χαζή με περνάς?". Ο Παχουλός Κύριος και η κυρία μου μεταμορφώθηκαν αμέσως σε Μωρές Παρθένες και σκορπίστηκαν σε δουλειές. Οι άλλοι συνάδελφοι ξεράθηκαν στα γέλια μια και γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις. Ήταν μια ακόμη ευχάριστη μέρα, προσφορά του Παχουλού Κυρίου.
Στιγμιότυπο 2.
Ο Παχουλός Κύριος είναι παχουλός το δίχως άλλο και η σύζυγος Κέρβερος - Κίρκα προσπαθεί να τον αδυνατίσει. Του φτιάχνει κάθε μέρα καλοκύθια βραστά και φιλέτα κοτόπουλου. Ο Παχουλός Κύριος φαινομενικά πειθαρχεί αλλά ελπίζει στην καλοσύνη των ξένων που λέει και το βιβλίο. Μια μέρα λοιπόν, κάποιος έφερε στη δουλειά κουλουράκια. Έπεσε μέσα στο κουτί σαν την ακρίδα. Σε κάποια στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο και το σηκώνει μασουλώντας.
- Ναι? φωνάζει πετώντας από το στόμα ψίχουλα εδώ κι εκεί.
Απάντησε από την άλλη άκρη η Θεία Δίκη με την αγριεμένη φωνή της Κίρκας.
- Ιορδάνηηηη, πάλι τρώωωωως????
Και έρχεται αμέσως η απάντηση από έναν άκρως θιγμένο Παχουλό Κύριο.
- Όχι, βρε παιδί μου!! Το σάλιο μου κατάπινα!!!
Μεγαλειώδες!
Αν δεν είχαμε τον Παχουλό Κύριο, ώρες ώρες θα είχαμε οδηγηθεί στην τρέλα, λέει συχνά η κυρία μου και μάλλον έχει δίκιο.  
  

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΑΠΟΛΑΥΣΗ

Εκείνη την ημέρα στη δουλειά της την έπιασα να σκέφτεται : "Σήμερα θα αποδράσω". Υπέθεσα ότι είχε να κάνει με το Σύνδρομο της Δευτέρας από το οποίο πάσχει παιδιόθεν και δεν έδωσα σημασία. Φύγαμε το μεσημέρι με το μετρό και φτάσαμε στο Μοναστηράκι περασμένες 4. Νόμιζα ότι θα συνεχίζαμε για το σπίτι αλλά αυτή κατέβηκε και χώθηκε σε έναν πεζόδρομο. Αναρωτιόμουν πού πάει.  Τα μαγαζιά έκλειναν το ένα μετά το άλλο και οι διαβάτες ήταν αραιοί και βιαστικοί. Έφτασε σε ένα μαγαζί έρημο με κάτι μικρά τραπεζάκια μέσα. Κάθισε σε ένα από αυτά και περίμενε ματαίως. Είχα αρχίσει πλέον να ανησυχώ για την πνευματική της σταθερότητα. Λίγο παραπέρα καθόταν ένα περίεργο ζευγάρι και στην άλλη άκρη ένας γέρος κύριος. Εκείνη καθόταν και περίμενε. Είχε απορροφηθεί από την ανασκόπηση της μέρας της και εφάρμοζε τις δικές της πρωτόγονες τεχνικές αποφόρτισης από το άγχος της δουλειάς.
Αφού πέρασε μια αιωνιότητα, κατάλαβε επιτέλους ότι δεν επρόκειτο να έρθει ποτέ κανείς για να παραγγείλει, διότι το μαγαζί ανήκε στην κατηγορία της αυτοεξυπηρέτησης. Έσυρε τα κουρασμένα βήματα της και μένα μαζί, ως λαμπερή καρφίτσα με στρας, στα ενδότερα του καταστήματος. Αντίκρυσα έναν πάγκο που πίσω του βρισκόταν ένας εμφανώς κουρασμένος υπάλληλος. Δίπλα του είχε την πιο τεράστια κατσαρόλα που έχω δει! Μέσα κολυμπούσαν κάτι στρογγυλά πραγματάκια. Μόλις είδε την κυρία μου χαμογέλασε πλατιά και της είπε σα να την ήξερε χρόνια : "Καλώς την". Εντυπωσιάστηκα! Δεν το κρύβω! Τι ωραία λέξη στο τελείωμα μιας κουραστικής μέρας! Από έναν άνθρωπο που δούλευε ποιος ξέρει πόσες ώρες σε έναν άλλο άγνωστο άνθρωπο που τον έφερε ο δρόμος του στο μαγαζί, λίγο πριν κλείσει. Ποιος απευθύνεται αλήθεια ακόμα στην Αθήνα με την προσφώνηση "καλώς τον ... καλώς την". Κανείς! Πρώτη φορά το άκουγα.
Η κυρία μου κάτι του είπε και αυτός της έδωσε ένα πιατάκι με τα στρογγυλά παχουλά πραγματάκια της κατσαρόλας στα οποία έριξε ένα καφέ υγρό με μια κουτάλα και τα πασπάλισε με μια καφέ σκόνη και κάτι γρομπαλάκια. Αλληλοχαιρετίστηκαν ευγενικά και η κυρία μου αποσύρθηκε με λαίμαργο βλέμμα στο τραπέζι της και άρχισε να καταβροχθίζει τα παχουλά πραγματάκια. Εγώ είχα μείνει στο "καλώς την".
Έφυγε ευτυχισμένη. Η απόλαυση καθρεφτιζόταν στο πρόσωπό της. Με πόσα λίγα πράγματα μερικοί άνθρωποι βρίσκουν την ικανοποίηση!

Φτάσαμε σπίτι και κατέφυγα αμέσως στα λεξικά των προγόνων μου για να βρω τι έφαγε. Με τα πολλά το βρήκα. Λουκουμάδες τα περιέγραφε ο προπάππος μου. Το κατέγραψα κι αυτό. Νέα γνώση. Πέρα όμως από αυτή τη νέα γνώση, μου έμεινε εκείνο το ειλικρινές "καλώς την" από τον ευγενικό κύριο των λουκουμάδων. Μια φράση υποδοχής που μου έφτιαξε τη μέρα...

28/9/10

ΞΙΦΟΜΑΧΙΕΣ

Καλό φθινόπωρο και καλά μυαλά. Ομιλώ γενικώς και ειδικώς.
Έχω πέσει με τη μούρη στη συγγραφή. Λόγιο καναρίνι είμαι, δικαιούμαι. Δεν ευκαιρώ ούτε να ξυστώ. Με κυνηγάνε τα ντεντ λάιν αντί για τις γάτες...
Είμαι λοιπόν στο γραφείο μου και συγγράφω. Η κυρία μου, η αγαπημένη, νυχοπατά για να μη με ενοχλήσει. Ετοιμάζεται να φύγει. Έχει να πάει σε μία βάφτιση. Το ξέρει καιρό τώρα. Είναι το παιδάκι ενός συναδέλφου. Έχει αγοράσει έναν Κύριο Πατάτα και έχει βάλει κι ένα εκπτωτικό κουπόνι για πάμπερ που της στείλανε. Προσπάθησε να αλλάξει το κουπόνι με πάνες ακρατείας αλλά δε μάσησε. Έβαλε κι αυτή το κουπόνι μέσα στο δώρο του μωρού.
Άνοιξε τη ντουλάπα της, διάλεξε το φόρεμα της, το φόρεσε, πήγε στο μπάνιο της, έπλυνε τα δόντια της και άρχισε να βάφεται. Εκεί συνέβη ό,τι συνέβη.
Κοιταζόταν στον καθρέφτη την ώρα που της όρμησε Αυτή. Έχετε δει όλοι φαντάζομαι τον Πήτερ Σέλερς να δέχεται την ξαφνική επίθεση του ασιάτη υπηρέτη του ο  οποίος θεωρεί ότι πρέπει να έχει το αφεντικό του σε εγρήγορση. Ετοιμοπόλεμο συνεχώς! Ε, κάτι τέτοιο έπαθε η κυρία μου. 
Της όρμησε και ίσα που πρόλαβε, μπουρδουκλωμένη στο κάπως μακρύ φόρεμα της, να αρπάξει την προστατευτική μάσκα προσώπου και το ξίφος της. Για στολή ούτε λόγος! Πού να προλάβει ?
Εκείνη τη χτυπούσε ανελέητα. Η δικιά μου απόκρουε αιφνιδιασμένη αλλά όχι έκπληκτη. Είχε μια προ-ιδέα για την επίθεση. Δώστου η μια, δώστου η άλλη... Κόντεψα να καταπιώ το ράμφος μου...
Μονομαχούσαν μέσα στο σαλόνι, πήγαν στην κρεβατοκάμαρα, ανέβηκαν στο κρεβάτι του Χόλιους, κρεμάστηκαν από τη βιβλιοθήκη, βγήκαν στο μπαλκόνι, ανοιγόκλεισαν το ψυγείο. Η έκβαση άδηλος! Κουράστηκα να τις κοιτάζω. Τα ξίφη έκαναν τσικ τσικ, η δική μου αριστερόχειρ με το δεξί πίσω στην πλάτη, η άλλη ως τυφών.
Κάποια στιγμή ο αγώνας έληξε. Η κυρία μου έχασε. Το τελικό σκορ ήταν Τσιριμπόμ - Αγοραφοβία 0 - 1. Ξεντύθηκε, έβαλε τις πυζάμες της, ξεβάφτηκε, πήρε ένα τηλέφωνο να ειδοποιήσει για μια ξαφνική αδιαθεσία και χώθηκε στον καναπέ με τα βιβλία της. 
Και να πεις ότι διάβαζε και κάτι καθηλωτικό, κάτι σπουδαίο... Να πω, χαλάλι... Δε μας έφταναν τα βάσανα μας έχουμε και αυτά τώρα...